05 Σεπτεμβρίου 2019

ΕΝΑ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΔΟΚΙΜΙΟ ΓΙΑ ΕΝΑ ΠΟΛΙΤΙΚΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ


[Το κείμενο της ομιλίας του Γιώργη Χαγιά* στην παρουσίαση του βιβλίου "Το Τσιπάκι της Γνώσης" στο Μουσείο Εθνικής Αντίστασης στην Ηλιούπολη στις 25/08/2019]
 
Eίθισται σε παρουσιάσεις βιβλίων να διολισθαίνουν σταδιακά οι ομιλητές σε αγιογραφίες και αγλαΐσματα του συγγραφέα. Ό,τι πω ας εκληφθεί, παρακαλώ, ως αυθεντικό καταπίστευμα στην τράπεζα γνώσης που ανοίγει σήμερα. Είναι βασισμένο  στο ανά χείρας πόνημα, στη δράση του συγγραφέα στην εκπαίδευση και στις δημοσιευμένες θέσεις του για τη δημοκρατία. Ετούτα, για τους σκοπούςτης αποψινής παρουσίασης, μου αρκούν.
Ομολογώ πως δεν διαθέτω την άρτια παρασκευή που απαιτεί μία ουσιώδης κριτική παρουσίαση ενός μυθιστορήματος, καθώς η αναγνωστική μου εμβέλεια στο είδος είναι πολύ περιορισμένη. Συνεπώς, τα όσα θα ειπωθούν ενέχουν, φρονώ, αν όχι σαφή δείγματα τουλάχιστον ψήγματα αυθαιρεσίας, συνεπώς και οι αμαρτίες, οι αστοχίες δηλαδή, είναι αναπόφευκτες.
Όπως και να ’χει, η μεγαλύτερη εξοικείωσή μου με την πολιτική ως σκέψη, την φιλοσοφική ανθρωπολογία και την τραγωδία από την έρευνά μου, μου δίνουν κάποια κλειδιά για να μπορέσω να συνεισφέρω κάτι στην αποψινή εκδήλωση μέσα από μία εναλλακτική ανάγνωση.
Το Τσιπάκι της Γνώσης είναι ένα μοναδικό στο είδος του εγχείρημα παντρέματος της μυθοπλασίας με την αμεσοδημοκρατική αυτοθεσμίζουσα πολιτική πράξη. Ιδιαίτερη μνεία,μάλιστα, πρέπει να γίνει στην επιλογή του Βαγγέλη Κάλιοση να χρησιμοποιήσει για τα dramatis personae του, δηλαδή τα δραματικά πρόσωπα του μυθιστορήματος, ανώνυμους χαρακτήρες, αποδίδοντάς τους ως ιδιότητες. Τίποτε δεν αφήνεται στην τύχη του. Τα ήθη, οι χαρακτήρες δηλαδή φέρουν την ιδιότητά τους στο όνομά τους:
·         Πολίτης Α, Β
       Ξωτικό
·         Ενθρονιστές
·         Ουρανιστές
·         Resisters of Crisis
·         Κυβερνήτης και πάει λέγοντας.
Η ανωνυμία αυτή και η υποκατάστασή της από πολιτικές και άλλες ιδιότητες δίνει τη δυνατότητα στο μυθιστόρημα να διατρέξει το χώρο και το χρόνο, να αφορά όχι μία αλλά πολλές παρόμοιες κοινωνίες και πολιτικά συστήματα, όπου κοινό στοιχείο είναι η αντιδημοκρατικότητα των δομών εξουσίας.
Είναι στρατηγική αυτή η επιλογή, διότι μπορεί έτσι να υποδηλώσει σε μία μετα-ανάγνωση του κειμένου τη σημασία που έχουν οι τύποι και η τυπολογία έναντι των δειγμάτων, των επώνυμων ατόμων που τους ενσαρκώνουν. Στη θεωρία της λογικής και της φιλοσοφίας του νου, αυτή η διάκριση έχει τη μορφή των type and token, του τύπου και του δείγματος. Ένας Πολίτης τύπου Α ή Β μπορεί να εκδηλώνεται από πολλά άτομα, ένας Κυβερνήτης το ίδιο, σε αυτήν ή σε μία άλλη κοινωνία, το ίδιο και οι Ενθρονιστές, όπως και οι Ουρανιστές, κ.ο.κ. Είναι το στοιχείο της πολλαπλής πραγμάτωσης ενός τύπου.
Είναι, θαρρώ, μία σημαντική αρετή του έργου και νομίζω, επίσης, πως προσιδιάζει στην επιμονή του Καστοριάδη να επισημαίνει τον ανθρωπολογικό τύπο μιας κοινωνίας, τον ανθρωπότυπο, ως είδος που αναπαράγουν οι θεσμοί της, και δη οι κοινωνικοπολιτικοί θεσμοί.
Θεωρώ πως ο συγγραφέας κατορθώνει έτσι να φιλοτεχνήσει μια ιδεατή απεικόνιση του δημοκρατικού πολίτη, όπως τον φανταζόμαστε και όπως τον έχει οριοθετήσει σε έναν βαθμό η πολιτική σκέψη γύρω από την άμεση δημοκρατία. Το αρχέτυπο αυτό του δημοκρατικού πολίτη νιώθουμε πως μας παρακολουθεί πάντοτε κατά τη διάρκεια του μύθου και βρίσκεται στους λόγους τόσο των φίλα προσκείμενων όσο και των εχθρών της δημοκρατίας.
Ας μου επιτραπούν, εν παρόδω, μερικοί συνειρμοί που ενδεχομένως να έχουν εμπνεύσει και τον συγγραφέα.
Η πολυλειτουργική αυτή μανιέρα της κατανομής των χαρακτήρων βάσει ιδιότητας σε μία δυστοπική κοινωνία, μοιάζει πολύ με το μυθιστόρημα, που έχει γίνει  μάλιστα και τηλεοπτική σειρά, της Margaret Atwood, Η Ιστορία της Θεραπαινίδας, εμπνευσμένο νομίζω κι αυτό από το 1984 του Όργουελ, που—όπως μας μαρτυρά η προμετωπίδα  («Η πραγματικότητα υπάρχει μέσα στο ανθρώπινο μυαλό και πουθενά αλλού») του βιβλίου  μας—έχει εμπνεύσει και τον συγγραφέα
Θεωρώ μάλιστα—χωρίς να διαπράττω λογική βαναυσότητα—ότι Το Τσιπάκι της Γνώσης, τροχοδρομεί, διατηρώντας βέβαια την αυθεντικότητά του,  στην οδό που έχουν χαράξει τόσο ο Orwell, όσο και  ο Aldous Huxley με το Brave New World, ο Ray Bradbury με το Fahrenheit 451, αλλά και ο Yevgeny Zamyatin με το Εμείς (We), στο οποίο μάλιστα οι ήρωες είναι ανώνυμοι "Αριθμοί", μυθιστορήματα που περιγράφουν δυστοπικές κοινωνίες, ελεγχόμενες από καθεστωτικές ιεραρχικές δομές εξουσίας και ελέγχου αλλά και την αδυναμία των ανθρώπων τους να εγερθούν, να βγουν από τον κομφορμισμό τους, να διεκδικήσουν.
Παροιμιώδης είναι επίσης η ικανότητα του συγγραφέα μας να υφαίνει έναν ιστό που δικτυώνει τους χαρακτήρες του με την πλοκή, χαρακτήρες με σκοτεινό ή βασανισμένο ή ένοχο παρελθόν, τους οποίους και διαγράφει με πληρότητα, και τους μετακινεί μαεστρικά σε αναμετρήσεις μεταξύ τους, φέρνοντάς τους κλιμακωτά στην κορύφωση, στη μείζονα δηλαδή σύγκρουση μεταξύ εξουσιαστών και δημοκρατών. Πρόκειται για μία πολυεπίπεδη, σε χρόνο και χώρο, αφηγηματική δράση που μαρτυρά την πρόνοια πίσω από τη συγγραφή ενός τέτοιου μυθιστορήματος.  
Ο ενίοτε πλεονάζων και δοκιμιακός λόγος του μυθιστορήματος—μοιάζει μάλιστα με δημηγορίες προσώπων, που μακρηγορούν ή κηρύττουν—δεν αποπροσανατολίζει, ούτε και απομειώνει την ένταση της πλοκής.  Δεν ατροφεί το κεντρικό πολιτικό—με τη στενή πάντοτε έννοια—επιχείρημα που υποτείνει απ’ άκρη σε άκρη το βιβλίο.  Η στοχοπροσήλωσή μας δεν διασπάται, η έμπνευσή μας δεν υποχωρεί, η αγωνία μας δεν ξαποσταίνει.
Ποια είναι όμως το κεντρικό επιχείρημα του βιβλίου;
Στη δική μου ανάγνωση ένα τέτοιο έργο περιστρέφεται αφενός γύρω από την πυρηνική θεματική του, ήτοι τη δυνατότητα ανάδυσης μίας δημοκρατικής ευτοπίας μέσα σε μία αντιδημοκρατική δυστοπία, αφετέρου απορρέει και σε μία βαθύτερη κοίτη, και αυτή δεν είναι άλλη από την ανθρώπινη δυνατότητα
Είναι ένα μανιφέστο αναθέσμισης της κοινωνίας, θεσμικής ρήξης με τις κρατούσες δομές μέσα από την αντίσταση, τη συλλογική αποχή από τις διαδικασίες νομιμοποίησης της κομματοκρατίας, την αμφισβήτηση, την αυτο-ανάκριση και την αυτο-αλλοίωση, θεμελιώδεις ιδιότητες της ανθρωπινότητας, που όμως παραβλέπουμε στην καθημερινότητά μας να διεκδικήσουμε.
Στο βιβλίο εξίσου θεμελιώδης για την υπέρβαση και την άμεση ρήξη είναι η τεχνολογία.  Το ερώτημα που γεννάται, όμως, είναι αν χρειάζεται μία υπέρβαση προμηθεϊκών διαστάσεων για τη μετουσίωση της δημοκρατικής ιδεατότητας. Τελεί με άλλα λόγια το ίδιο το τσιπάκι της γνώσης, αλλά και της αρετής—όπως διαμορφώνεται βιοτεχνολογικά μέσα στο sci-fi μυθιστόρημα—εν είδει προμηθεϊκού πυρός προς τους ανθρώπους, αλλά και ως η αιδώς και η δίκη από τον Δία;
Ο κήρυκας της ιστορίας μας, βέβαια, ο Πολίτης Β, ο οποίος και διακονεί την ιδέα μιας ευτοπίας της αμεδοσημοκρατικής πολιτείας, είναι οιονεί προμηθεϊκός.
Εδώ εγείρεται ένα μεγάλο ζήτημα:
Μήπως η απόκτηση του«τσιπ της γνώσης» είναι όπως και το κλέψιμο της φωτιάς από τους θεούς (τους ισχυρούς) ηρωική πράξη, πράξη αντίστασης έναντι στην τυραννία που περιχαρακώνει τη γνώση, την πληροφορία, την τεχνογνωσία, ώστε να να μην ενδυναμώσουν οι κοινωνίες; Χρειαζόμαστε έναν Προμηθέα και τι είναι αυτός; Ένας εξω-ανθρώπινος τιτάνας, ένας υπερ-άνθρωπος, ή ένας άνθρωπος που θέλει συνεχώς να ξεπερνά τη φύση του, τα όριά του μέσα από την τεχνολογία, μέσα από τα μηχανεύματά του;
Σοφία και τεχνολογία λοιπόν από έναν τιτάνα, έναν υπεράνθρωπο Προμηθέα ή από τους ίδιους τους ανθρώπους από τους ίδιους τους πολίτες; Θυμίζουμε εδώ τη θέση του Καστοριάδη στη σύγκριση του Προμηθέα Δεσμώτη του Αισχύλου με την Αντιγόνη του Σοφοκλή.
·         «εδιδάξατο»—λέει ο Σοφοκλής για τις τέχνες, τους θεσμούς,...-γι’ αυτό και ο Καστοριάδης μιλάει για Αισχύλεια ανθρωπογονία και για Σοφόκλεια αυτο-δημιουργία του ανθρώπου. Ο άνθρωπος της αθηναϊκής δημοκρατίας αντιλαμβάνεται ως πρωταρχή του τον εαυτό του, τον άνθρωπο, που διδάσκει και διδάσκεται, μαθαίνει δηλαδή να «διοχετεύει» τη δεινότητά του στο να δαμάσει τα στοιχεία της φύσης και στο να δημιουργήσει πόλεις και θεσμούς, οι ργαί, (πάθη) του γίνονται στυνόμοι (στυνόμους ργάς), θεσμίζοντα πάθη.
Παραπέμπω όμως εδώ στο βιβλίο του Βαγγέλη και στη σελ.260, όπου ο Πολίτης Β απαντά στον Πολίτη Α περί αποτελεσματικότητας του Κυβερνήτη στη διακυβέρνηση, λέγοντας «Δεν είναι τόσο ζήτημα αποτελεσματικότητας όσο στόχευσης. Οι ικανότητες διοχετεύονται σε λάθος κανάλι και αντί για ευφορία φέρνουν αγονία. Στο πολιτικό τους εκκολαπτήριο, και άγιο να κλωσσήσεις, δαίμονας θα ξεπεταχτεί...».
Κατ’ εμέ, αυτή η απάντηση του Πολίτη Β συνοψίζει, ενδεχομένως, το φιλοσοφικό-ανθρωπολογικό μήνυμα, αλλά και το επιχείρημα και το αντεπιχείρημα αυτών που πρεσβεύουν τη δυνατότητα αλλαγής ενός πολιτικού συστήματος και μετασχηματισμού μιας κοινωνίας.
«Δεν είναι τόσο ζήτημα αποτελεσματικότητας όσο στόχευσης» λέει ο Πολίτης Β. Τι βλέπουμε λοιπόν; Βλέπουμε υπό το πνεύμα των καιρών να εξαπλώνεται ανεξέλεγκτος, ως λογική αλλά και ως νόρμα, ένας ατομικισμός της ανερμάτιστης αποτελεσματικότητας,  «να πετύχω εγώ», «εγώ να κάνω τις δουλειές μου» μετερχόμενος αν χρειαστεί οποιουδήποτε μέσου για τους ιδιοτελείς και χρησιμοθηρικούς σκοπούς μου, αδιαφορώντας για και παρακάμπτοντας  τους συλλογικούς σκοπούς.
Βλέπουμε τις δομές να αναπαράγουν τα πρότυπα της επιτυχίας και της καριέρας για την εξουσία και το χρήμα, φροντίζοντας να αποκρύψουν επιμελώς ότι τον σβέρκο κάθε δεινού, ικανού, αλλά υβριστή με την τραγική έννοια ανθρώπου, κάθε δόκτορος Φάουστ, θα ζεσταίνουν τα χνώτα του Μεφιστοφελή, την απόπειρα διαφυγής κάθε δόκτορος Φρανκενστάιν θα ακολουθεί ο ίσκιος του τερατώδους δημιουργήματός του, και που εξηγούν, έστω μονομερώς, τον εκμαυλισμό πολιτικών τάξεων αλλά και κομματικών ποιμνίων.
Επιστρέφοντας τώρα στο εκκρεμές ερώτημα περί υπέρβασης της ανθρώπινης φύσης και για το πώς υπερβαίνουμε τα όριά της; Το πεπερασμένο και το περατό της ανθρώπινης φύσης περιορίζει την ανθρώπινη αυτονομία; 
Αυτά είναι πολύ βαθιά ερωτήματα της φιλοσοφικής ανθρωπολογίας που αδυνατούμε να απαντήσουμε, με συνέπεια να υποπίπτουμε σε σφάλματα στη θεωρία μας ακόμη και στη θεωρία μας για την άμεση δημοκρατία. 
Μπορούμε και, κυρίως, πρέπει να ελέγξουμε το προσδόκιμο επιβίωσης, και να χρησιμοποιούμε τα βιοτεχνολογικά εμφυτεύματα επαυξήσεως απόδοσης και βελτιώσεως στον εγκέφαλο και στο ανθρώπινο σώμα; Συνιστά αυτό από μόνο του πρόοδο όπως κηρύττουν τα τελευταία χρόνια οι Υπερανθρωπιστές και ο τεχνο-αναγωγισμός;
Είμαστε κοντά, δηλαδή, στον καλύτερό μας Μετάνθρωπο; 
Θα πάμε με τους τεχνο-προοδευτικούς ορθολογιστές ή με τους βιο-συντηρητικούς—όπως διαμορφώνονται τα «στρατόπεδα» στο χώρο αυτό; Πρέπει να υπερκεράσουμε με κάθε τρόπο τους φραγμούς που βάζει η φύση του ανθρώπου, η βιολογική στιβάδα του; 
Ή μήπως υπάρχουν περισσότερες από δύο αποχρώσεις; Τι μας λέει η τραγωδία και τι το «σύνδρομο του Ικάρου»;
Συγγνώμη που ξεφεύγω με τις ορολογίες αλλά στο Τσιπάκι της Γνώσης, όπως μαρτυρά και ο τίτλος, αυτή είναι μία κεντρική θεματική, μια θεματική που αποτελεί ισχυρή τρέχουσα τάση παγκοσμίως· δεν είναι δηλαδή μελλοντολογία η συζήτησή της. 
Αφορά στο παρόν μας. Η θέση αλλά και οι αποφάσεις μας σήμερα για την ανθρώπινη κατάσταση και φύση θα επιφέρουν καθοριστικές για τον πλανήτη αλλαγές. Οι θέσεις και τα κατηγορήματά μας για το τι εστί ανθρώπινη φύση προκαθορίζουν και τις θέσεις μας για τα ηθικο-πολιτικά προτάγματα.
Φυσικά, το μυθιστόρημα δρασκελίζει και επιταχύνει χάρη στην επιστημονική φαντασία. Η μετάβαση δεν κρατά γενεές. Η γνώση είναι πλέον άμεσα διαθέσιμη. Το τσιπάκι δεν είναι παρά μία χρονομηχανή του συγγραφέα προς την ευτοπική δημοκρατική πόλη με όχημα την πραγματωμένη δυνατότητα για δημοκρατική αυτο-κυβέρνηση.
Το Τσιπάκι της Γνώσης συνιστά υπό αυτό το πρίσμα μία αλληγορία. Η γνώση, η κρίση, η αρετή είναι ανθρώπινα, και γι’ αυτό προσβάσιμα απ’ όλους. Η ανθρώπινη δυνατότητα είναι εκεί, αρκεί να πραγματωθεί.
Δεν χρειάζεται η δημιουργία μιας ελίτ αρίστων και πεφωτισμένων. Η ψηφιακή εποχή καθιστά δυνατή τη δημιουργία του δημοκρατικά σκεπτόμενου πολίτη. Σε μία εποχή δηλαδή όπου οι τεχνολογική ταχύτητα τα αλλάζει όλα, οι εν δυνάμει ψηφιακές Πνύκες καταρρίπτουν τον σκεπτικισμό και το αντεπιχείρημα περί μεγάλου αριθμού των πληθυσμών που θα προκαλέσουν μόνο Βαβέλ. 
Φρονώ πως η πραγματική αξία του πονήματος του Βαγγέλη Κάλιοση αρχίζει να μετρά αντίστροφα, αφότου βγούμε όλες και όλοι απ’ αυτήν την αίθουσα. Πρέπει, λοιπόν, πριν εγκλωβιστούμε και πάλι στους μαιάνδρους και τα αδιέξοδα της καθημερινότητας και της πολιτικής μας συμβατικότητας, να στοχαστούμε πάνω στις μεγάλες προκλήσεις που θέτει ένα τέτοιο βιβλίο, που αν και εν μέρει sci-fi, κάθε άλλο παρά έναν άλλο κόσμο περιγράφει.
Στις σελίδες 325-341 βλέπουμε πως πραγματώνεται η ανθρώπινη δυνατότητα για ριζική πολιτική αλλαγή υποσκελίζοντας την κρατούσα εξουσία. Το σύστημα εξουσίας φυλλοροεί μετά από την καθ’ όλα πολιτική πράξη της μαζικής αποχής από το «φύλλο συκής» του καθεστώτος, την κάλπη. Η φαντασία του ανθρώπου δεν έχει αδιέξοδα. Βλέπουμε λοιπόν μία μετάλλαξη του ανθρωπότυπου, στον οποίο τόσο επιμένω. Μηχανεύεται ο πολίτης τρόπους για να εκφράσει την αντίσταση και να δηλώσει την θεσμική ρήξη. Η μεταστροφή στην πλοκή είναι αξιομνημόνευτη νομίζω. Από την εφευρετικότητα και την παντοδυναμία του συστήματος εξουσίας να ελέγχει τον αμήχανο, απελπισμένο, κομφορμιστή πολίτη, περνάμε πλέον στον πολυμήχανο, εφευρετικό, δημιουργικό, αντισυμβατικό, αντικομφορμιστή πολίτη και στην αμήχανη, αιφνιδιασμένη εξουσία. Σοκ και δέος δεν εξαπολύει πλέον η εξουσία αλλά το υφίσταται, υφίσταται σύγχυση λογικής που όλα τα εξηγούσε και όλα τα ήλεγχε.
Είναι αλήθεια πως έχουμε εθιστεί σε μία πραγματικότητα όπου παριστάνουμε τους φιλήσυχους ανθρώπους, κάτι που έγινε συνώνυμο του απαθούς ιδιώτη και ξεχάσαμε να είμαστε φιλόδημοι, φιλόπολεις, να αγαπάμε την πόλη μέσα από τη συμμετοχή μας στη δημόσια σφαίρα.
“Ο χρόνος είναι ένα παιδί που παίζει μετακινώντας πιόνια εδώ κι εκεί” μας λέει ο Ηράκλειτος. Οι βουλές του κόσμου είναι άλλες από τις δικές μας. Δεν περιμένει το σύμπαν πότε θα ξεβολευτούμε για να δράσουμε. Είναι αδιάφορο απέναντι στα ανθρώπινα πράγματα.
«Το ενδιαφέρον για τη res publica, για τα κοινά, σε αντίθεση με τα ἴδια», μας λέει ο Καστοριάδης, «δημιουργεί τον δημόσιο χώρο». Ένας δημόσιος χώρος που φυσικά και ξεθωριάζει, σβήνει, όταν η/ο πολίτης απογοητευτεί, παραιτηθεί και αποσυρθεί στην παθητικότητα, στην ιδιώτευση, γίνει μία/ένας ιδιώτης, ένας idiot.
Παρατηρώ έναν οργασμό στα χρόνια της ελληνικής κρίσης αμεσοδημοκρατικών προσπαθειών εδώ κι εκεί. Για να μην εκφυλιστεί η αμεσοδημοκρατική θεωρία και το πρόταγμά της σε μία ακόμη μόδα, το κατακερματισμένο αυτό πεδίο πρέπει να εφαρμόσει αυτά που κηρύττει και να ενώσει τους νόες που κοινωνούν αυτές τις θέσεις. Είναι μία παραδοξότητα να έχουν αυτές οι προσπάθειες αμεσοδημοκρατικού αντικομματισμού περιχαρακώσεις και να μη συνομιλούν, να μην διαβουλεύονται μεταξύ τους.
Η δημοκρατία δεν είναι παρά μία διηνεκής, ατελεύτητη, διαδικασία. Δεν είναι ένα τέρμα, μία τελείωση. Όσες φορές και να τη θέσουμε ως πρόταγμα, δεν την προφταίνουμε, είναι πάντοτε μπροστά μας. Αν δεν τη δούμε έτσι θα γίνουμε ο μέσος όρος που πιστεύει ότι έχει δημοκρατία.
Το να αποφασίσουμε ότι θέλουμε δημοκρατία και ελευθερία δεν φτάνει. Χρειάζεται και αυτο-περιορισμός και ευθύνη.
Αξίζουν εδώ μερικά παραδείγματα τα οποία και αναφέρω ad nauseam, επανειλημμένως δηλαδή, στις τοποθετήσεις μου:
Ο Viktor Frankl, Αυστριακός ψυχίατρος εβραϊκής καταγωγής, που είχε κρατηθεί και σε στρατόπεδα συγκέντρωσης, επέμενε πως η ελευθερία δεν είναι η τελευταία λέξη. «Η ελευθερία δεν είναι παρά η μισή αλήθεια. Στην πραγματικότητα, η ελευθερία κινδυνεύει να εκφυλιστεί σε αυθαιρεσία αν δεν τη βιώσουμε με όρους υπευθυνότητας». «Γι’ αυτό προτείνω», λέει ο Frankl, «το Άγαλμα της Ελευθερίας στην Ανατολική Ακτή να συμπληρωθεί από το Άγαλμα της Ευθύνης στη Δυτική Ακτή».
Η ευθύνη και η ελευθερία πρέπει να συνδέονται με μία αδιάρρηκτη σχέση.
Στο ίδιο μήκος κύματος, μας λέει ο Φρόιντ  στο έργο του Η ΔΥΣΦΟΡΙΑ ΜΕΣΑ ΣΤΟΝ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟ; «Οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θέλουν πραγματικά ελευθερία, επειδή η ελευθερία προϋποθέτει ανάληψη ευθύνης, και οι περισσότεροι άνθρωποι τρέμουν την ανάληψη ευθύνης». Την ίδια άποψη συμμερίζεται και ο George Bernard Shaw, στο Άνθρωπος και Υπεράνθρωπος.
Στην Αθηναϊκή Δημοκρατία βέβαια το ήξεραν πολύ καλά αυτό γι’ αυτό και δίπλα στην ελευθερία του Αθηναίου πολίτη είχαν θεσπίσει και τον αυτο-περιορισμό μέσα από θεσμούς, όπως η «γραφή των παρανόμων», και φυσικά το δραματουργικό είδος της τραγωδίας. Της τραγωδίας γιατί είχαν καταλάβει ότι η γνώση κατακτάται πιο ουσιαστικά μέσα από την ενεργητική μάθηση και την αισθητική. Η αυτο-χειραφέτηση και η αυτονομία πρέπει να έχουν σύντροφο και τον αυτο-περιορισμό. Αυτό, όταν θεωρούμε την άμεση δημοκρατία, πολλές φορές το ξεχνάμε.
Άλλωστε το μάθημα που πήραμε από μια μοναδική ιστορικά κατάκτηση όπως η αθηναϊκή δημοκρατία, ποιο είναι; Ότι η δημοκρατία είναι ένα τραγικό πολίτευμα, όπως επισημαίνει και πάλι ο Καστοριάδης. Το κατεξοχήν τραγικό πολίτευμα. Δεν την έσωσε ακόμη και αυτός ο υπέροχος θεσμός της τραγωδίας. Οι προειδοποιήσεις για τα δεινά της ύβρεως που έσπερναν καθ’ όλη τη διάρκεια του 5ου αιώνα, μέσα από τα θέατρα, οι τρεις μεγάλοι τραγικοί ποιητές, δεν έσωσαν την αθηναϊκή δημοκρατία από την ηγεμονία και την υπερέκταση, από την ύβρη και την καθοριστική για τον παγκόσμιο πολιτισμό ήττα στον Πελοποννησιακό πόλεμο.
Η ελεύθερη συμμετοχή όμως στην εξουσία προϋποθέτει και αιδώ και δίκη, αυτοπεριορισμό, ώστε να μην εξοκείλλει σε Βαβέλ δημαγωγών. 
Ο συγγραφέας μέσα από τους ήρωές του καταρρίπτει τα αντεπιχειρήματα του παγιωμένου σκεπτικισμού απέναντι στην άμεση δημοκρατία, έναν σκεπτικισμό που υποθάλπουν βουλευτάδες και πολιτικάντηδες, κομματάρχες, και εξουσιαστές, όπως ο Κυβερνήτης, χρησιμοποιώντας προπαγανδιστικά όχι μόνο το βήμα της Βουλής αλλά και τα αργυρώνητα μέσα μαζικής παραπληροφόρησης.
Ας μην τρέφουμε αυταπάτες, όμως, και νομίζω πως και το Τσιπάκι της Γνώσης μας λέει αυτό ακριβώς: πως δεν φτάνει μόνο η βούληση για περισσότερη δημοκρατία. Χρειάζεται προετοιμασία. Ναι...Θεσμική ρήξη, αλλά η ρήξη χωρίς μετάβαση μέσα από τη συγκρότηση, την παίδευση, και την τριβή ενός δημοκρατικού ανθρωπότυπου, την ενηλικίωση του πολίτη, δεν μπορεί να έχει πρόσφυση στη σημερινή πραγματικότητα. Δεν φτάνει να ομονοούμε σε μία ιδέα γιατί αυτή μπορεί να γίνει idée fixe, εμμονή δηλαδή χωρίς αντίκρισμα. Θέλει πρόταγμα και ανθρώπους να αφιερώσουν ζωές.
Γίνομαι κουραστικός, νομίζω, όταν πολλάκις λέω πως είναι πολύ δύσκολο να εφαρμόσεις το “Υou Have to Practice What you Preach”—Είναι δύσκολο να πράττεις αυτά που κηρύττεις, ιδίως με τη δημοκρατία. Ο Βαγγέλης ο Κάλιοσης, κι αυτό δεν το λέω για να τον κολακέψω, προσπαθεί και να κηρύττει και να πράττει. Η πορεία του τόσο μέσα από τη συγγραφή όσο και από την εκπαίδευση σε εξαιρετικά ευαίσθητους τομείς διάπλασης χαρακτήρων και διαπαιδαγώγησης πολιτών, όπως είναι τα σχολειά μας, αλλά και τα σωφρονιστικά ιδρύματα, απαιτεί πολλές θυσίες και αυθεντικότητα σε ηγεσία και σε αξίες. Θέλει μία γενναιότητα, αλλά και μία γείωσή της στις αδάμαστες πραγματικότητες για να επιτευχθούν πολλοί μικροί στόχοι πριν τις ριζικές αλλαγές και, μάλιστα, απέναντι σε έναν δεινό  αντίπαλο.
Θυμίζω, επί τη ευκαιρία, την κατάληξη που έχουν οι λεγόμενοι whistleblowers, άνθρωποι που αποκάλυψαν πληροφορίες παγκόσμιων σκανδάλων. Ενδεικτικά, μόνο, αναφέρω τα Wikileaks με τα ημερολόγια των πολέμων στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν (Chelsea Manning), το σκάνδαλο της NSA από τον  Snowden, τα Panama Papers. Οι άνθρωποι αυτοί έχουν κατεστραμμένες ζωές, γιατί, όπως φαίνεται και από το μυθιστόρημα, οι εκλεπτυσμένοι μηχανισμοί του διαπλεκόμενου συστήματος εξουσίας αλλά και η παθητική ανεκτικότητα των κοινωνιών καταβροχθίζουν όχι μόνο αυτούς τους ανθρώπους αλλά και το παράδειγμά τους.
Επισημαίνω, χαρακτηριστικά τις σελίδες 269-280 όπου ο συγγραφέας αναπτύσσει την κινητροδοσία του Πολίτη Β, και μας δίνει περίτεχνα να δούμε το τραγικό παρασκήνιο πίσω από την μεταμόρφωσή του. Στη σελίδα 280 μάλιστα έχουμε και μία  στιγμή, όπου ο πολίτης Β εξομολογείται τα αδιέξοδα της ατομικής δράσης για την αφύπνιση του πολίτη και για τη λογοδοσία των κυβερνώντων, του μοναχικού και συχνά ατελέσφορου αγώνα που είναι η δημοσιογραφική σταυροφορία απέναντι στη διαπλοκή. Μέσα από αυτήν την εξομολόγηση ο συγγραφέας μας παραπέμπει δηλαδή στην τραγικότητα των ανθρώπινων πράξεων, στις απρόθετες συνέπειές τους—άλλα θέλουμε και άλλα πετυχαίνουμε—και στο ανεξέλεγκτο νόημα των πράξεών μας.
Επιτρέψτε μου, ωστόσο, σε αυτήν την εκβολή προς το βιβλίο να μνημονεύσω την κορυφαία, «λογο-τεχνικά», αν θέλετε, στιγμή του βιβλίου, την, όταν δηλαδή ενώ όλοι αδημονούμε για την πολιτική, στροφή του μυθιστορήματος, αυτή μας η εγκαρτέρηση υποκύπτει προς ώρας ενώπιον του έρωτα. Εκεί που μας συνεπαίρνει τελικά ο συγγραφέας ως συγγραφέας είναι στη γλαφυρότατη περιγραφή της ερωτικής ένωσης του Πολίτη Α΄ με το Ξωτικό, την κόρη του Κυβερνήτη. Εξαντλεί εδώ ο Κάλιοσης το λογοτεχνικό του ρεπερτόριο εξεικονίζοντας σε ζωντανό ολόγραμμα τη μυσταγωγία του ερωτικού πάθους. Μία βροντερή κορύφωση ολοκληρώνεται με γαλαντόμο και κοχλάζουσα γλώσσα. Η πιο φλογοβόλα στιγμή της αφήγησης...και δικαίως.
Για τον επίλογο στρέφομαι και πάλι στην ανθρώπινη δημιουργία και αυτο-δημιουργία.
Ένας από τους σημαντικότερους «ποιητές» της εποχής μας που ακούει στο όνομα Bob Dylan, είπε πρόσφατα σ’ ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή του (Rolling Thunder), πως «σκοπός στη ζωή δεν είναι να ανακαλύψουμε τον εαυτό μας, αλλά να τον δημιουργήσουμε».
Η ευπλαστότητα και συνεπώς η ακαθοριστία της ανθρώπινης φύσης δείχνουν ότι ανωμαλία συνιστούν ο συμβιβασμός, η σύμβαση, και η απάθεια απέναντι σε δυναστικούς θεσμούς, στην έλλειψη της αιδούς και της δίκης, στο βάλτωμα. Ο άνθρωπος αυτο-δημιουργείται, αυτο-νομείται, κυβερνά και κυβερνάται. Αν έφτιαξε τυραννία οφείλει να φτιάξει δημοκρατία, γιατί είναι στη φύση του, είναι στην ανθρώπινη δυνατότητα.
Όπως εύστοχα είχε πει άλλωστε και ο Αβραάμ Λίνκολν, «ο καλύτερος τρόπος για να προβλέψουμε το μέλλον είναι να το δημιουργήσουμε». Οι πολίτες μπορούν και πρέπει να γίνονται συν-γραφείς της ιστορίας του τόπου, όχι αγελαία κεφάλια ψηφοφόρων, «φιλήσυχοι» νοικοκυραίοι, αλλά φιλόδημοι, φιλόπολεις και υψίπολεις, άξιοι δηλαδή μέσα από την ισοπολιτεία.
Το ελληνικό, και όχι μόνο, πολιτικό μυθιστόρημα διψά για τέτοιες προτάσεις όπως του Βαγγέλη Κάλιοση. Η πεζογραφία είναι ένας ακόμη δρόμος που μπορούμε να ακολουθήσουμε για τη διάδοση μιας ιδέας. Η σύγχρονη παιδαγωγική μπορεί συνεπώς να εμπλουτιστεί με μυθιστορήματα σαν κι αυτό και ακόμη περισσότερο με τη δραματοποίησή τους, ώστε να βιώνουμε την ανθρώπινη δυνατότητα για δημοκρατική ρήξη. Κάλλιστα θα μπορούσαμε να δούμε ένα τέτοιο έργο να ζωντανεύει μπροστά μας για να περάσει καλύτερα τα μηνύματά του.
...Βαγγέλη Κάλιοση... ΝΑΙ, λοιπόν.
Αξίζει να διαβάζουμε και όχι απλώς να διαβάσουμε το βιβλίο σου καθώς η αξία του θα είναι προστιθέμενη με το πέρας του χρόνου  και τη μετάβαση σε άλλους καιρούς, για τους οποίους τόσο νοιάζεσαι.

Σε ευχαριστούμε λοιπόν για το δώρο σου
Κι εγώ με τη σειρά μου
Σας ευχαριστώ πολύ που με ακούσατε.

 * Ο Γιώργης Χαγιάς είναι διεθνολόγος, αγρότης και συνδημιουργός της αυτο-οργανωμένης συλλογικότητας "Ευθύνη"



Δεν υπάρχουν σχόλια: