24 Οκτωβρίου 2020

 ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΜΑΙΡΗΣ ΒΑΝΔΩΡΟΥ ΣΤΟ ARTSCRIPT

[Κριτικό σημείωμα της Μαίρης Βανδώρου για το "Τσιπάκι της Γνώσης" στο Artscript, αναρτημένο στις 21 Οκτωβρίου 2020 - Artscript ]
 

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΚΑΛΙΟΣΗΣ

ΤΟ ΤΣΙΠΑΚΙ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ

-Εκδόσεις Κάκτος-

Ο ξαφνικός έρωτας δύο νέων ανθρώπων, θα ανατρέψει άθελα του την υπάρχουσα κανονικότητα της πόλης τους. Όταν θα τη δει, μπροστά του, όμορφη σαν ξωτικό, θα βάλει στην άκρη κάθε ενδοιασμό και θα κάνει τα πάντα για να βρεθεί κοντά της και να την γνωρίσει. Εκείνη μην ξέροντας τίποτα για την ταυτότητα του αγαπημένου της, θα στραφεί αυθόρμητα σε εξωτερική βοήθεια και η αντίστροφη μέτρηση θα ξεκινήσει για την πόλη τους. Μια αντίστροφη μέτρηση που θα βγει σε καλό για την πλειοψηφία των πολιτών της, όμως δεν μπορεί πάντα να μένουν όλοι ικανοποιημένοι από τις μεγάλες αλλαγές, κυρίως όταν πρόκειται για τους λίγους που έχουν συνηθίσει να έρχονται σε όλα πρώτοι.    

Ο Κάλιοσης με αφορμή μια ερωτική ιστορία, θα γράψει ένα μυθιστόρημα που μπορεί να μοιάζει με επιστημονική φαντασία, αλλά περιγράφει άρτια την καθημερινότητα των πολιτών που ζουν στη δημοκρατία μεν αλλά που δεν έχουν ίσες ευκαιρίες μέσα σε αυτή, παρά μόνο αυταπάτες, ότι ίσως με σκληρή δουλειά να τα καταφέρουν. Όμως αρκεί η σκληρή δουλειά, και σε πόσους θα δώσει ουσιαστικά καρπούς; Πέρα από τον έρωτα των δύο νέων, στο βιβλίο υπάρχουν δυο εκ διαμέτρου αντίθετες ομάδες και ιδεολογίες. Από τη μία οι Ενθρονιστές, που λατρεύουν την υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων και ίσως να αναπολούν παλαιότερες μορφές διακυβέρνησης της πολιτείας τους. Αν και στην κορυφή της κοινωνικής τους πυραμίδας, έχουν λόγους να λειτουργούν σε πολλές περιπτώσεις υπόγεια, ενώ πρακτικές παρακολούθησης δε λείπουν. Από την άλλη οι Ουρανιστές, μια άλλη ομάδα πολιτών, οι οποίοι επιθυμούν μια καθαρή δημοκρατία, με ίσες ευκαιρίες, δικαιώματα, μόρφωση. Άνθρωποι που θα χαρακτηρίζονταν ως επικίνδυνα και ταραχώδη στοιχεία, στα οποία θα άξιζε, κατά την άποψη των Ενθρονιστών, να κρεμαστούν στο κέντρο της πόλης για παραδειγματισμό. Γι’ αυτό κι εκείνοι λειτουργούν όχι υπόγεια, μάλλον υπέργεια, αλλά σίγουρα με άκρα μυστικότητα. Έχοντας ακούσει για το Τσιπάκι της γνώσης, όπου με την εμφύτευση του, ο ανθρώπινος εγκέφαλος αποκτάει άπειρες γνώσεις απ’ αρχής του κόσμου, αναζητούν να μάθουν κατά πόσο δεν είναι αστικός μύθος και κατά δεύτερον πως θα μπορούσε αυτό το όπλο δυνατοτήτων και απεριόριστων γνώσεων να διαδοθεί σε όλους τους πολίτες.

Και η μητέρα των μαχών φτάνει, με μια σκηνή ανάλογη του βιβλίο του νομπελίστα Σαραμάγκου από το μυθιστόρημα του «Περί φωτίσεως». Κι όσα έχει στο μυαλό του ο κάθε σκεπτόμενος πολίτης θα ειπωθούν στο βιβλίο. Και όλα όσα γνωρίζουμε θα ειπωθούν με τόση απλότητα, δε θα πω ότι θα γίνει ξεκάθαρη η αλήθεια στα μάτια των αναγνωστών, μόνο οι αφελείς δεν τη γνωρίζουν και θα ξαφνιαστούν και θα σχολιάσουν  «Σώπα ρε συ, γίνονται τέτοια πράγματα», όμως είναι καλό κάποια πράγματα να επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά.

Γραμμένο με απλότητα, συνδέει εξαιρετικά όλες του τις υποθέσεις. Ήρωες βγαλμένοι από την καθημερινότητα του σήμερα και όλα στην τέχνη είναι δυνατά, ευφραίνοντας την ψυχή του αναγνώστη. Αξίζει να το διαβάσετε χίλιες φορές, και να το δανείσετε ή να το χαρίσετε στους φίλους σας. Αν και όταν θα το έχετε τελειώσει, ίσως να νοιώσετε μια μικρή απογοήτευση που δε ζείτε στις σελίδες του μυθιστορήματος, αλλά στην παγκοσμιοποιημένη πραγματικότητα  του έτους 2020.

Το βιβλίο του Κάλιοση «Το Τσιπάκι της γνώσης», μεταφράστηκε στα αγγλικά και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις On Time Books, με τίτλο “The Chip of knowledge”. Τον περασμένο Ιούλιο βρέθηκε στην πρώτη θέση της σχετικής κατάταξης της Amazon στην κατηγορία science fiction. Κι επίσης πρόσφατα, πήρε το δεύτερο βραβείο ελληνικού μυθιστορήματος επιστημονικής φαντασίας, στο Πρώτο Fantasy Festival.

Μαίρη Β.



Διαβάστε περισσότερα: https://artscript-gr.webnode.gr/logokrisia/to-tsipaki-tis-gnosis/

Ο ξαφνικός έρωτας δύο νέων ανθρώπων, θα ανατρέψει άθελα του την υπάρχουσα κανονικότητα της πόλης τους. Όταν θα τη δει, μπροστά του, όμορφη σαν ξωτικό, θα βάλει στην άκρη κάθε ενδοιασμό και θα κάνει τα πάντα για να βρεθεί κοντά της και να την γνωρίσει. Εκείνη μην ξέροντας τίποτα για την ταυτότητα του αγαπημένου της, θα στραφεί αυθόρμητα σε εξωτερική βοήθεια και η αντίστροφη μέτρηση θα ξεκινήσει για την πόλη τους. Μια αντίστροφη μέτρηση που θα βγει σε καλό για την πλειοψηφία των πολιτών της, όμως δεν μπορεί πάντα να μένουν όλοι ικανοποιημένοι από τις μεγάλες αλλαγές, κυρίως όταν πρόκειται για τους λίγους που έχουν συνηθίσει να έρχονται σε όλα πρώτοι.    

Ο Κάλιοσης με αφορμή μια ερωτική ιστορία, θα γράψει ένα μυθιστόρημα που μπορεί να μοιάζει με επιστημονική φαντασία, αλλά περιγράφει άρτια την καθημερινότητα των πολιτών που ζουν στη δημοκρατία μεν αλλά που δεν έχουν ίσες ευκαιρίες μέσα σε αυτή, παρά μόνο αυταπάτες, ότι ίσως με σκληρή δουλειά να τα καταφέρουν. Όμως αρκεί η σκληρή δουλειά, και σε πόσους θα δώσει ουσιαστικά καρπούς; Πέρα από τον έρωτα των δύο νέων, στο βιβλίο υπάρχουν δυο εκ διαμέτρου αντίθετες ομάδες και ιδεολογίες. Από τη μία οι Ενθρονιστές, που λατρεύουν την υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων και ίσως να αναπολούν παλαιότερες μορφές διακυβέρνησης της πολιτείας τους. Αν και στην κορυφή της κοινωνικής τους πυραμίδας, έχουν λόγους να λειτουργούν σε πολλές περιπτώσεις υπόγεια, ενώ πρακτικές παρακολούθησης δε λείπουν. Από την άλλη οι Ουρανιστές, μια άλλη ομάδα πολιτών, οι οποίοι επιθυμούν μια καθαρή δημοκρατία, με ίσες ευκαιρίες, δικαιώματα, μόρφωση. Άνθρωποι που θα χαρακτηρίζονταν ως επικίνδυνα και ταραχώδη στοιχεία, στα οποία θα άξιζε, κατά την άποψη των Ενθρονιστών, να κρεμαστούν στο κέντρο της πόλης για παραδειγματισμό. Γι’ αυτό κι εκείνοι λειτουργούν όχι υπόγεια, μάλλον υπέργεια, αλλά σίγουρα με άκρα μυστικότητα. Έχοντας ακούσει για το Τσιπάκι της γνώσης, όπου με την εμφύτευση του, ο ανθρώπινος εγκέφαλος αποκτάει άπειρες γνώσεις απ’ αρχής του κόσμου, αναζητούν να μάθουν κατά πόσο δεν είναι αστικός μύθος και κατά δεύτερον πως θα μπορούσε αυτό το όπλο δυνατοτήτων και απεριόριστων γνώσεων να διαδοθεί σε όλους τους πολίτες.

Και η μητέρα των μαχών φτάνει, με μια σκηνή ανάλογη του βιβλίο του νομπελίστα Σαραμάγκου από το μυθιστόρημα του «Περί φωτίσεως». Κι όσα έχει στο μυαλό του ο κάθε σκεπτόμενος πολίτης θα ειπωθούν στο βιβλίο. Και όλα όσα γνωρίζουμε θα ειπωθούν με τόση απλότητα, δε θα πω ότι θα γίνει ξεκάθαρη η αλήθεια στα μάτια των αναγνωστών, μόνο οι αφελείς δεν τη γνωρίζουν και θα ξαφνιαστούν και θα σχολιάσουν  «Σώπα ρε συ, γίνονται τέτοια πράγματα», όμως είναι καλό κάποια πράγματα να επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά.

Γραμμένο με απλότητα, συνδέει εξαιρετικά όλες του τις υποθέσεις. Ήρωες βγαλμένοι από την καθημερινότητα του σήμερα και όλα στην τέχνη είναι δυνατά, ευφραίνοντας την ψυχή του αναγνώστη. Αξίζει να το διαβάσετε χίλιες φορές, και να το δανείσετε ή να το χαρίσετε στους φίλους σας. Αν και όταν θα το έχετε τελειώσει, ίσως να νοιώσετε μια μικρή απογοήτευση που δε ζείτε στις σελίδες του μυθιστορήματος, αλλά στην παγκοσμιοποιημένη πραγματικότητα  του έτους 2020.

Το βιβλίο του Κάλιοση «Το Τσιπάκι της γνώσης», μεταφράστηκε στα αγγλικά και κυκλοφορεί από τις εκδόσεις On Time Books, με τίτλο “The Chip of knowledge”. Τον περασμένο Ιούλιο βρέθηκε στην πρώτη θέση της σχετικής κατάταξης της Amazon στην κατηγορία science fiction. Κι επίσης πρόσφατα, πήρε το δεύτερο βραβείο ελληνικού μυθιστορήματος επιστημονικής φαντασίας, στο Πρώτο Fantasy Festival.

Μαίρη Β.

 

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟ ARTSCRIPT ΚΑΙ ΤΗ ΜΑΙΡΗ ΒΑΝΔΩΡΟΥ

 [Συνέντευξη για το "Τσιπάκι της Γνώσης" στη Μαίρη Βανδώρου, δημοσιευμένη στις 21/10/2020 στο Artscript ]

Το βιβλίο του «Το Τσιπάκι της γνώσης» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις «Κάκτος», και στα αγγλικά από τις εκδόσεις Ontime Books. Τον περασμένο Ιούλιο βρέθηκε στην πρώτη θέση της σχετικής κατάταξης της Amazon στην κατηγορία science fiction, όταν το ίδιο μυθιστόρημα είχε δεχτεί αρκετές απορρίψεις από ελληνικούς εκδοτικούς οίκους που δε δέχονταν να το κυκλοφορήσουν. Πρόσφατα, πήρε το δεύτερο βραβείο μυθιστορήματος επιστημονικής φαντασίας, στην Ελλάδα. Όμως το μυθιστόρημα «Το τσιπάκι της γνώσης», πέρα από επιστημονικής φαντασίας είναι ένα πολιτικό μυθιστόρημα που εξυμνεί τη δημοκρατία. Ο Βαγγέλης Κάλιοσης εκτός από συγγραφέας είναι και εκπαιδευτικός. Χωρίς να θέλω να σας κουράζω άλλο με τον πρόλογο, σας αφήνω να ‘‘βυθιστείτε’’ σε όσα ο ίδιος ο συγγραφέας απάντησε στις ερωτήσεις μας.

 

 

ArtScript: Πείτε μας λίγα λόγια για εσάς.
Βαγγέλης Κάλιοσης: Είμαι εκπαιδευτικός και συγγραφέας. Γεννήθηκα στην πόλη Ζίγκεν του κρατιδίου της Βόρειας Ρηνανίας-Βεστφαλίας στην τότε Δυτική Γερμανία το Μάρτη του 1968, μεγάλωσα στην Πρέβεζα και ζω στην Αθήνα. Σπούδασα Ιστορία στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο και έκανα μεταπτυχιακό με θέμα την Εκπαιδευτική Ηγεσία και Διοίκηση στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας. Εργάζομαι ως φιλόλογος στη δημόσια δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Από το 2014 έχω διατελέσει διευθυντής του Δημόσιου Ινστιτούτου Επαγγελματικής Κατάρτισης των Φυλακών Κορυδαλλού, του Δ.ΙΕΚ Αχαρνών και του Σχολείου Δεύτερης Ευκαιρίας Μεγάρων. Έχω γράψει και έχω δημοσιεύσει ποίηση, διηγήματα, μυθιστορήματα και δοκίμια. Εδώ και ένα χρόνο περίπου αρθρογραφώ στο περιοδικό «Άπειρος Χώρα». Το τελευταίο μου έργο είναι το μυθιστόρημα «Το Τσιπάκι της Γνώσης» που εκδόθηκε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Κάκτος το 2019 και στα αγγλικά από τον λονδρέζικο εκδοτικό οίκο Ontime Books με τον τίτλο “The Chip of Knowledge”.

 

ArtScript: Στο βιβλίο σας η γνώση είναι η βασική δύναμη που θα φέρει την αλλαγή και υπάρχει τρόπος ο κάθε πολίτης να αποκτήσει τη γνώση. Η γνώση όμως δεν είναι πάντα συνυφασμένη με την εντιμότητα και την ευφυΐα. Αρκεί για εσάς η γνώση να φέρει ισονομία και ουσιαστική ισότητα ανάμεσα στα μέλη μιας πολιτείας;

Βαγγέλης Κάλιοσης: Η εμπειρία όντως μας έχει δείξει  ότι πολύ μορφωμένοι άνθρωποι αποδεικνύονται στην πράξη  ανέντιμοι και τις επιλογές τους στα διάφορα πεδία του βίου τους μόνο ευφυείς δεν θα τις χαρακτήριζε κανείς, ενώ συχνά οι επιλογές τους αυτές συνοδεύονται και από υψηλό κοινωνικό κόστος . Αυτό συνιστά παράδοξο, αλλά όπως όλα τα ανθρώπινα έχει την εξήγησή του πέρα από τις αυτονόητες ερμηνείες περί πολλαπλότητας των παραγόντων που καθορίζουν την ανθρώπινη συμπεριφορά. Ας αναλογιστούμε, λοιπόν, τι εύρος γνώσης διαθέτει σήμερα ένας εξαιρετικά μορφωμένος άνθρωπος.  Το εύρος της συγκρινόμενο με το σύνολο της κατακτημένης γνώσης δεν ξεπερνά σε καμία των περιπτώσεων ένα απειροελάχιστο δεκαδικό επί της εκατό. Που σημαίνει ότι αν κανείς τώρα ατενίσει το ίδιο άτομο υπό αυτό το πρίσμα, με πολύ μεγάλη άνεση θα το κατατάξει στους αμόρφωτους. Αυτή ακριβώς την πραγματικότητα της γνωστικής μας ανεπάρκειας έρχεται να αναδείξει ως μυθιστορηματικό εύρημα το «τσιπάκι της γνώσης». Όλοι μας θωρούμε μία λεπτή φέτα πραγματικότητας, γεγονός που μας καθιστά παντελώς ανίκανους να κατανοήσουμε πλείστους από τους συνανθρώπους μας που κατέχουν μια διαφορετική τέτοια φέτα και έτσι εξηγούνται οι διαφωνίες, οι έριδες, οι συγκρούσεις και όλες οι άλλες συλλογικές παθογένειες. Μοιραία, μέσα σ’ αυτή τη γνωστική τυφλότητα κυριαρχούν τα ένστικτα και το ακατανίκητο κίνητρο του ατομικού συμφέροντος. Για φανταστείτε, λοιπόν, πόσο αλλιώτικα θα γίνονταν τα πράγματα αν ξαφνικά όλοι οι άνθρωποι σε μια ορισμένη κοινωνία ή σε ολόκληρο τον κόσμο αποκτούσαν μια ολική θέαση της πραγματικότητας. Και για να έρθουμε και στο πολιτικό πεδίο, που είναι και η βασική στόχευση αυτού του μυθιστορήματος, το ίδιο τεράστιο γνωστικό έλλειμμα είναι που κάνει τους ανθρώπους να νομίζουν αυτάρεσκα ότι είναι πολίτες, ενώ στην πραγματικότητα είναι υπήκοοι, να θεωρούν ότι βιώνουν τη δημοκρατία, ενώ δεν ζουν τίποτα περισσότερο από μια εκλόγιμη μοναρχία ή, αν θέλετε να γίνουμε λίγο πιο ήπιοι λεκτικά, μια δημοκρατικοφανή ολιγαρχία και πάει λέγοντας. Επί της ουσίας του ερωτήματός σας, τέλος, θα απαντήσω ευθέως ναι, η γνώση αρκεί για να φέρει ισονομία και ουσιαστική ισότητα, αλλά αυτό δεν θα γίνει από τη μια στιγμή στην άλλη με μια μαγική συσκευή, καθώς ως γνωστόν τέτοιες αιφνίδιες αλλαγές συντελούνται μόνο στη σφαίρα της φαντασίας, αλλά χρειάζεται πολλή δουλειά τα αποτελέσματα της οποίας υπερβαίνουν τον ορίζοντα της ατομικής μας ύπαρξης, γεγονός που καθιστά τους περισσότερους απρόθυμους να την αναλάβουν, προτιμώντας έτσι ένα βολικό σκοτάδι από το επίπονο φως. Ιδού η αντίφαση!

 

ArtScript: Λέει ένας από τους ήρωες σας στο βιβλίο «Σίγουρα ποτέ δε θα είναι απλό, αλλά εγώ είμαι αισιόδοξος. Η δική μας γενιά, δεν ξέρω πώς, είμαι όμως βέβαιος ότι μπορεί να τον αλλάξει και να τον κάνει κατά τι τουλάχιστον καλύτερο». Είναι μια πίστη που έχουν πάντα οι νέοι άνθρωποι. Τι είναι αυτό που κάνει κάθε φορά την κάθε γενιά να χάνει το στοίχημα και να συμβιβάζεται με την υπάρχουσα κατάσταση;

Βαγγέλης Κάλιοσης: Ωραία ερώτηση που κουμπώνει άριστα στην προηγούμενη μου απάντηση! Οι νέοι κινούμενοι ορμητικά από τον έρωτα – μια έννοια που δεσπόζει, όχι τυχαία, μαζί με τη γνώση στο μυθιστόρημα - προς τη ζωή κάνουν την εγγενή και εντελώς φυσιολογική άγνοιά τους όχημα για την εκδήλωση των πιο μαξιμαλιστικών και για τούτο τόσο γοητευτικών αξιώσεων. Πολύ γρήγορα, όμως, στα πρώτα στάδια της ενηλικίωσης η άδολη άγνοιά τους μετασχηματίζεται σε ψευδαίσθηση γνώσης και αναπόφευκτα συντελείται μέσα τους και αποτυπώνεται ακολούθως στην κοινωνική τους συμπεριφορά όλη εκείνη η παραμόρφωση που πριν περιέγραψα. Είναι χαρακτηριστικό μάλιστα ότι εσωτερικοποιούν τη διάψευση των προσδοκιών τους, τη βιώνουν ενοχικά και έκτοτε αρχίζει να πλέκεται η μακρά αλυσίδα των εκλογικεύσεων που συνηθίζουμε να αποκαλούμε συμβιβασμό.

 

ArtScript: Η πλήρης και ανόθευτη γνώση θα είχε τη δύναμη να οδηγήσει στο μηδενισμό πολιτικών κομμάτων και ιδεολογιών; Μιας και είστε εκπαιδευτικός γνωρίζετε από μέσα πώς έχει η κατάσταση, θεωρείτε πως η υπάρχουσα παιδεία όπως δίνεται από τα σχολεία στις μέρες μας θα μπορούσε να γίνει όπλο ισότητας ή έχει βασικές ελλείψεις; Και ποιος ευθύνεται γι’ αυτές τις ελλείψεις εφόσον υπάρχουν;    

Βαγγέλης Κάλιοσης: Η πλήρης και αποϊδεολογικοποιημένη γνώση δεν έχω καμία αμφιβολία ότι θα καθιστούσε τα ούτως ή άλλως χρεοκοπημένα κόμματα του ισχύοντος αντιδημοκρατικού πολιτικού συστήματος, όπως και τις υφιστάμενες ιδεολογίες, που ακόμη και οι υπέρμαχοί τους διαισθάνονται πλέον ότι έχουν ολοκληρώσει τον ιστορικό τους κύκλο, αμυδρή ανάμνηση ενός πρωτόγονου πολιτικού παρελθόντος. Σας μάχιμος εκπαιδευτικός, ωστόσο, που ζω την εκπαίδευση από μέσα εδώ και εικοσιπέντε περίπου χρόνια μπορώ να σας διαβεβαιώσω  ότι η υπάρχουσα παιδεία είναι μεν όπλο, όχι όμως ισότητας αλλά υποταγής. Πρόκειται για ένα μονομερές σχολείο που αντί να διευρύνει το γνωστικό ορίζοντα των μαθητών, στενεύει τη σκέψη τους και προετοιμάζει επιμελώς τον αυριανό υπήκοο μιας παγίως ανελεύθερης κοινωνίας. Ως εκ τούτου δεν έχει νόημα να μιλάμε για ελλείψεις. Χρειάζεται εκ βάθρων χτίσιμο ενός εντελώς νέου εκπαιδευτικού συστήματος, που θα προετοιμάζει ολιστικά τον νέο για να γίνει στην ενήλικη ζωή του ένας συνειδητοποιημένος πολίτης, φορέας και εγγυητής μιας δημοκρατικής πολιτείας. Το σημερινό σχολείο έχει μείνει αγκιστρωμένο κάπου στις δεκαετίες του ’50 και του ’60, γεγονός που εύλογα εξηγεί και την αφόρητη ανία που προκαλεί στους μαθητές ανεξαρτήτως μαθησιακού επιπέδου και γνωστικού ζήλου. Για να τους κατανοήσουμε, αρκεί να αναλογιστούμε ότι οποιοσδήποτε άλλος κοινωνικός χώρος, από την καφετέρια της γειτονιάς μέχρι τα ποδοσφαιρικά γήπεδα και από τον κινηματογράφο μέχρι τα ποικίλα διαδικτυακά περιβάλλοντα, είναι απείρως πιο ελκυστικός και γνωστικά πιο αποδοτικός για ένα παιδί από το κακοφτιαγμένο, καθημαγμένο και μίζερο σχολείο. Περιττό να πω ότι ο καθ’ ολοκληρίαν υπαίτιος για αυτό το παιδευτικό τέλμα είναι το πολιτικό σύστημα, που χρησιμοποιεί την εκπαίδευση ως μοχλό διαιώνισης του εξουσιαστικού του ρόλου. Κι εδώ ακριβώς προκύπτει το μεγάλο ερώτημα: μπορεί να αλλάξει το εκπαιδευτικό σύστημα υπό τις παρούσες συνθήκες ή πρέπει να προηγηθεί μια κοινωνικοπολιτική αλλαγή, για να συμβεί κάτι τέτοιο; Η απάντηση δεν είναι καθόλου εύκολη. Ωστόσο, η αίσθησή μου είναι ότι, επειδή στην εποχή μας το σχολείο δεν έχει το μονοπώλιο στη μετάδοση της γνώσης, μπορούν να συντελούνται και τα δύο και το ένα να τροφοδοτεί το άλλο έως ότου περάσουμε σε ένα νέο εξελικτικό στάδιο τόσο πολιτικά όσο και εκπαιδευτικά.

 

ArtScript: Το βιβλίο σας ανάμεσα στα άλλα του χαρακτηριστικά είναι και ένα ερωτικό μυθιστόρημα, αν και ο έρωτας είναι περισσότερο η αφορμή για να αλλάξει ο ρους της μυθιστορηματικής σας ιστορίας. Πώς μπορεί ο έρωτας δύο ανθρώπων να φέρει την αλλαγή σε μια κοινωνία και σε ποιο βαθμό;

Βαγγέλης Κάλιοσης: Αντιλαμβάνομαι τον έρωτα εκτός από προσωπικό βίωμα ως μια ισχυρή μαγματική δύναμη πανταχού παρούσα σε όλες τις σπουδαίες συλλογικές στιγμές της ιστορίας. Είναι κάτι σαν αυτό που ο αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος Εμπεδοκλής ονόμαζε «φιλότητα» και το όριζε ως έναν ενυπάρχοντα στη φύση των πραγμάτων ενοποιητικό παράγοντα αντίρροπο του «νείκους», την εχθρότητας δηλαδή, που επίσης συνιστά ευδιάκριτη φυσική τάση. Υπό αυτό το πρίσμα, ο έρωτας δύο ανθρώπων θεωρώ ότι είναι καθοριστικός για τις δικές τους ατομικές διαδρομές και στο μυθιστόρημα, όπως πολύ σωστά επισημαίνετε, χρησιμοποιείται συμβολικά ως καταλύτης για τις εξελίξεις στο πεδίο του συλλογικού.  Ο έρωτας όμως με την ευρεία έννοια, που μπολιάζεται από τον διαπροσωπικό έρωτα και βρίσκεται σε αλληλεπίδραση μαζί του, είναι ικανός να φέρει σαρωτικές αλλαγές σε μια κοινωνία, όταν σ’ αυτή έχει συντελεστεί όλη εκείνη η αναγκαία από τους ανθρώπους εργασία, για να παραχθεί η απαιτούμενη ύλη που ο έρωτας θα μετασχηματίσει σε ένα συλλογικό θαύμα. Για να πειστούμε περί τούτου δεν έχουμε παρά να ρίξουμε μια προσεκτική ματιά στα κορυφαία ιστορικά γεγονότα. Μοιάζουν όλα με ανεξήγητες εκρήξεις που άλλαξαν άρδην την μέχρι εκείνη τη στιγμή, φαινομενικά τουλάχιστον, τελματωμένη πραγματικότητα. Πριν, ωστόσο, από την συλλογική ερωτική παραφορά της Γαλλικής Επανάστασης έχουμε τον τριακοσίων χρόνων πνευματικό μόχθο της Αναγέννησης και του Διαφωτισμού. Θέλω να πω με αυτό το παράδειγμα ότι τίποτα δεν γίνεται με ένα μεταφυσικό «γεννηθήτω». Οι αλλαγές απαιτούν δουλειά και ο έρωτας είναι εκεί , για να παίξει το διεγερτικό και παρωθητικό του ρόλο, όταν οι συνθήκες θα  έχουν ωριμάσει.  

 

ArtScript: Έχετε γράψει ένα πολιτικό βιβλίο, οπότε θα μου επιτρέψετε μια πολιτική ερώτηση. Τον τελευταίο καιρό ακούμε όλο και πιο συχνά ότι η παιδεία ή το 8ωρο είναι παρωχημένα. Για εσάς ισχύει αυτή η άποψη ή μήπως νοιώθετε ότι η εποχή μας έχει μια τάση να πηγαίνει προς τα πίσω, όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα και κυρίως τα εργασιακά και αυτά που αφορούν τις ίσες ευκαιρίες;

Βαγγέλης Κάλιοσης: Χαίρομαι που προσδιορίσατε το μυθιστόρημά μου ως πολιτικό, γιατί οι περισσότεροι παρασυρμένοι από το κεντρικό του εύρημα το κατατάσσουν στην επιστημονική φαντασία, κάτι που θα έλεγα ότι το αδικεί ως προς τις προθέσεις του τουλάχιστον. Αυτό σημαίνει ότι είστε διεισδυτική αναγνώστρια, κάτι άλλωστε που μαρτυρούν και οι ερωτήσεις που μου θέτετε και για τις οποίες σας είμαι ευγνώμων. Θα σας απαντήσω, λοιπόν, ευθέως ότι τόσο η παιδεία, όπως προηγουμένως εξήγησα, όσο και το 8ωρο είναι παρωχημένα. Όχι όμως για το λόγο που οι μέντορες του ακραίου και άφρονος καπιταλισμού και οι πολιτικοί τους εξυπηρετητές ισχυρίζονται, ούτε βέβαια υπό το πρίσμα της δικής τους στόχευσης, που δεν είναι άλλη από την κοινωνική απορρύθμιση, προκειμένου σε απόλυτο ρυθμιστή να αναδειχτεί η απρόσωπη Διεθνής των Αγορών. Αν δούμε το ζήτημα από κοσμοσυστημική σκοπιά ουσιαστικά βιώνουμε το τέλος της πρώιμης φάσης του ανθρωποκεντρισμού στον δυτικό κόσμο, που ξεκίνησε από τον Διαφωτισμό και ως φαίνεται εξαντλεί τα καύσιμά του κάπου εδώ. Όλη αυτή η περίοδος βασίστηκε πολιτικά σε μια δημοκρατία των δικαιωμάτων, που, όπως προανέφερα, δεν είναι παρά μια εκλόγιμη μοναρχία. Η ευάριθμη διεθνώς προνομιακή ομάδα των  κάτοχων της εξουσίας, ουσιαστικά ιδιοκτήτες του ίδιου του πολιτικού συστήματος, αποχαλινωμένοι από τη δύναμη που τους επιφυλάσσει οδηγούν τα πράγματα στα ακρότατα όριά τους, εξουδετερώνοντας όμως εν αγνοία τους αυτό που αποτελούσε την καύσιμη ύλη του συγκεκριμένου συστήματος, δηλαδή τα δικαιώματα. Αυτό με έναν τρόπο, ειρηνικό ή μη, θα σημάνει και το τέλος του και συνάμα τη μετάβαση στην επόμενη φάση του ανθρωποκεντρικού κοσμοσυστήματος μεγάλης κλίμακας, εκείνη της αντιπροσώπευσης, όπου το σώμα των πολιτών θα είναι ο εντολέας και οι αντιπρόσωποί του οι υπό διαρκή λογοδοσία εντολοδόχοι του. Για μια πιο εμπεριστατωμένη εικόνα σχετικά με αυτή τη θεώρηση, θα μου επιτρέψετε να παραπέμψω τους αναγνώστες σας στην κοσμοσυστημική γνωσιολογία του καθηγητή Γιώργου Κοντογιώργη, που ουσιαστικά εισάγει μια νέα επιστήμη του κοινωνικού και πολιτικού φαινομένου. Εγώ θα αρκεστώ πολύ απλά να πω, απαντώντας στην ουσία του ερωτήματός σας, ότι ναι το 8ωρο είναι παρωχημένο, γιατί με δεδομένη την αύξηση του πληθυσμού και τον πολλαπλασιασμό της παραγωγικής δύναμης των μηχανών και των έξυπνων τεχνικών συστημάτων η απαιτούμενη εργασία για την παραγωγή του αναγκαίου για κάθε κοινωνία πλούτου είναι πολύ λιγότερη. Όταν, λοιπόν, τις αποφάσεις στο προκεχωρημένο πολιτικό στάδιο της αντιπροσώπευσης - που είναι ένα πριν την καθολική δημοκρατία -  θα τις λαμβάνουν οι πολλοί, δεν θα έχουν κανέναν πρακτικά λόγο να το διατηρούν. Αντίθετα, η κατάργησή του θα φέρει το τέλος της ανεργίας και των ακραίων ανισοτήτων μαζί με την εξάλειψη της αισχροκέρδειας και της άλογης, σκανδαλώδους συσσώρευσης πλούτου. Οι 6 ή και οι 4 ακόμη ώρες εργασίας θα είναι αρκετές για να ζουν οι πολίτες με αξιοπρέπεια και ο πλεονάζων πλούτος να διατίθεται για τα ποικίλα κοινωνικά έργα, την οικονομική ανάπτυξη και την προαγωγή του πολιτισμού. Τις υπόλοιπες ώρες του εικοσιτετραώρου του ο πολίτης θα τις αφιερώνει στην αναγκαία πολιτική εργασία, στην προσωπική και οικογενειακή του ζωή, στα χόμπι του και ούτω καθ’ εξής. Για όσους, δε, ανησυχούν για το τι θα γίνει με την ανθρώπινη φιλοδοξία και ενδεχομένως φοβούνται ότι έτσι θα χαθεί η δυνατότητα να δείχνει ο καθένας τις ιδιαίτερες δυνατότητές του μέσα σε ένα πλαίσιο δυνάμει εξισωτισμού, θα επισημάνω ότι το παράδειγμα του ελληνικού κοσμοσυστήματος μικρής κλίμακας ανέδειξε έναν Περικλή, ένας Θουκυδίδη, έναν Ευριπίδη, έναν Φειδία και ο κατάλογος δεν έχει τέλος. Δυστυχώς, ως γενιά της μετάβασης την καταστρατήγηση του 8ωρου τη βιώνουμε οικτρά ως αυθαιρεσία των ολίγων και κατάρρευση του κόσμου των δικαιωμάτων των πολλών. Εδώ ακριβώς βρίσκεται το σημείο όπου οι πολλοί καλούνται να αντιδράσουν και συσπειρωμένοι γύρω από το χειραφετικό πρόταγμα της δημοκρατίας να αναζητήσουν τους τρόπους της ανατροπής.   

 

ArtScript: Το βιβλίο σας «Το τσιπάκι της γνώσης» μεταφράστηκε πρόσφατα στα αγγλικά. Δεν είναι συνηθισμένο για έλληνες συγγραφείς να μεταφράζονται τα βιβλία τους σε ξένες γλώσσες και να έχουν την ευκαιρία να διαβαστούν από πολίτες ξένων χωρών. Πώς νοιώθετε που το βιβλίο σας έχει αυτή τη δυνατότητα και τι πιστεύετε ότι ήταν αυτό που το έκανε να ξεχωρίσει ώστε να μεταφραστεί ;

Βαγγέλης Κάλιοσης:  Στις 2 Ιουλίου του 2020 το «Chip of Knowledge» βρέθηκε στην πρώτη θέση της σχετικής κατάταξης της Amazon στην κατηγορία science fiction. Εκείνη τη μέρα δεν σας κρύβω ότι ένιωσα ένα υπέροχο αίσθημα δικαίωσης. Για να φτάσω μέχρι εκεί λειτούργησε τρόπον τινά το συν Αθηνά και χείρα κίνει. Τι εννοώ; Πριν το βιβλίο μου εκδοθεί τελικά στην Ελλάδα από τον Κάκτο - έναν από τους δυο τρεις σοβαρότερους εκδοτικούς οίκους στην Ελλάδα, του αείμνηστου Οδυσσέα Χατζόπουλου, που συνεχίζει πλέον επαξίως τη στιβαρή εκδοτική του διαδρομή υπό τη διεύθυνση του ανάλογα αξιόλογου ανιψιού του Γιάννη Λεβέντη – είχα εισπράξει καμιά δεκαπενταριά απορρίψεις, ακόμη και από εκδοτικούς οίκους με τους οποίους είχα στο παρελθόν συνεργαστεί. Ειλικρινά οι απαντήσεις που λάμβανα με έθλιβαν. Πέρα από τα τετριμμένα περί κρίσης, θα σας αναφέρω κάτι χαρακτηριστικό που είναι συνάμα και αποκαλυπτικό της νοσηρότητας που διακρίνει πλέον την ελληνική κοινωνία. Υπήρξε, λοιπόν, εκδοτικός οίκος, από τους πλέον εμπορικούς, που μου απάντησε ότι «εμείς εκδίδουμε μόνο κοινωνικά μυθιστορήματα (!)». Έχοντας εσείς διαβάσει το μυθιστόρημα, αντιλαμβάνεστε τι σημαίνει αυτό. Δεν χρειάζεται να πω περισσότερα. Τότε, λοιπόν, τρέφοντας εμπιστοσύνη στο πόνημά μου και έχοντας πεισμώσει, μπήκα στη διαδικασία να το μεταφράσω σε ανεξάρτητο επαγγελματία μεταφραστή, τον εξαιρετικό Δημήτρη Θανασούλα, με σκοπό να αναζητήσω εκδότη στο εξωτερικό. Έτσι ίσχυσε και στην περίπτωσή μου το ουδέν κακόν αμιγές καλού. Η μοίρα του βιβλίου μου συναντήθηκε με εκείνη της Ontime Books, ενός νέου και δυναμικού λονδρέζικου εκδοτικού οίκου που έχει αναλάβει το επιχειρηματικό διάβημα να διακινήσει τα βιβλία Ελλήνων και Κυπρίων συγγραφέων σε όλον τον αγγλόφωνο κόσμο. Επικεφαλής του είναι ο έμπειρος και ευφυής Δημήτρης Χριστοδούλου, εγγονός του μεγάλου ποιητή και στιχουργού. Ο λόγος που επέλεξε το μυθιστόρημά μου είναι γιατί είδε σ’ αυτό κάτι πρωτοποριακό, ικανό να κεντρίσει το ενδιαφέρον των ξένων αναγνωστών. Είναι άλλωστε και λάτρης του είδους. Και πράγματι, όταν τον Ιούνιο το βιβλίο μου έγινε Book of the Day στη μεγάλη αμερικάνικη πλατφόρμα Online Book Club με κριτική που πήρε τρία στα τέσσερα αστέρια, τα σχόλια που προκάλεσε τόσο στην πλατφόρμα όσο και στα μέσα κοινωνική δικτύωσης ήταν τόσα και τέτοιας ποιότητας που στην Ελλάδα πρέπει να περιμένεις μια ζωή για να προκύψουν. Αυτή η εξωστρέφεια με έχει πραγματικά συναρπάσει και έχει προσδώσει άλλης δυναμικής κίνητρα στην συγγραφική μου ενασχόληση. Είμαι πραγματικά ευτυχής που στην Ελλάδα το βιβλίο μου κυκλοφορεί από τον Κάκτο, τον εκδοτικό οίκο που έχει συστήσει στο ελληνικό κοινό τον Όργουελ και τον Χάξλεϋ, και στο εξωτερικό από την ελπιδοφόρα Ontime Books που έχω την αίσθηση ότι θα αφήσει εποχή.

 

ArtScript: Έχετε διατελέσει διευθυντής του Δημόσιου ινστιτούτο Επαγγελματικής Κατάρτισης των Φυλακών Κορυδαλλού. Οι άνθρωποι που έχουν εκτίσει την ποινή τους θεωρείτε ότι αντιμετωπίζονται σαν ίσα μέλη της κοινωνίας όταν αποφυλακιστούν; Έχουν ίσες ευκαιρίες; Και πόσο ευαισθητοποιημένοι είμαστε οι υπόλοιποι πολίτες απέναντι τους;. Υπό ποιές συνθήκες  θα είναι εύκολο για εκείνους να επανενταχθούν στην κοινωνία;      

Βαγγέλης Κάλιοσης: Ευτύχησα επαγγελματικά να ξεκινήσω τη λειτουργία του Δημόσιου Ιστιτούτου Επαγγελματικής Κατάρτισης στις Φυλακές Κορυδαλλού με πολλές, εύλογες σε ένα βαθμό, δυσκολίες και εξαιρετικά αποτελέσματα. Η θητεία μου στην εκπαίδευση εντός των σωφρονιστικών ιδρυμάτων με έπεισε πέρα ως πέρα για τις μεταμορφωτικές δυνατότητες της εκπαίδευσης. Δυστυχώς, όμως, στη χώρα μας υφίσταται καθολική σχεδόν έλλειψη δομών στήριξης των αποφυλακισθέντων, με αποτέλεσμα ό,τι χτίζεται να γκρεμίζεται πολύ άμεσα και συντριπτικά από την ίδια την εκτός των τειχών πραγματικότητα. Θα αναφέρω ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα. Σαραντάχρονος σπουδαστής στην ειδικότητα της Γραφιστικής ανακαλύπτει έκπληκτος ότι διαθέτει σχεδιαστικό ταλέντο, κάτι βέβαια που τον ενθουσιάζει, ενώ οι δημιουργίες του εκπλήσσουν και τους ίδιους τους εκπαιδευτές του. Ένα χρόνο μετά και αφού έχει ολοκληρώσει τα δύο από τα τέσσερα εξάμηνα της φοίτησής του, αποφυλακίζεται. Δηλώνει επίμονα την επιθυμία του να συνεχίσει τη σπουδή εκτός φυλακής σε κάποιο ΔΙΕΚ της Αττικής και υποβάλλει σχετική αίτηση. Του εξασφαλίζουμε την απαιτούμενη μετεγγραφή υπερβαίνοντας τα σχετικά γραφειοκρατικά εμπόδια και διασφαλίζοντας παράλληλα την απαραίτητη σε τέτοιες περιπτώσεις εχεμύθεια. Λίγους μήνες μετά ο συνάδελφος διευθυντής του συγκεκριμένου ΔΙΕΚ με πληροφόρησε ότι εγκατέλειψε, γιατί δεν ήταν σε θέση να υπερβεί τις βιοτικές δυσκολίες, προκειμένου να ικανοποιήσει τη διαπιστωμένη δίψα του για εκπαίδευση. Λυπάμαι κάθε φορά που το φέρνω στο νου μου. Η πολιτεία δίνει μια δεύτερη ευκαιρία και την ξαναπαίρνει πίσω, επειδή δεν έχει φροντίσει να τη θωρακίσει επαρκώς. Άρα, δεν μπορούμε να μιλάμε ακόμη για ίσες ευκαιρίες σε καμία περίπτωση. Απέχουμε πολύ από κάτι τέτοιο. Όσο για τις συνθήκες που θα καθιστούσαν εφικτή την επανένταξή τους, για μένα συνοψίζονται στο τρίπτυχο: εκπαίδευση, εργασία, ψυχαγωγία. Με τα τρία αυτά υλικά και ένα επαρκές δίκτυο στήριξης κατά την αποφυλάκιση θα μπορούσαν να γίνουν σπουδαία πράγματα με λίγα χρήματα και πολλαπλάσιο κοινωνικό όφελος.   

 

ArtScript:  Έχετε γράψει ποιήματα, διηγήματα, μυθιστορήματα, δοκίμια. Ξεχωρίζετε κάποια από τις δουλειές σας ως την πιο αγαπημένη ίσως, και αν ναι ποια είναι αυτή;

Βαγγέλης Κάλιοσης: Όλα μου τα βιβλία είναι αναβαθμοί στη συγγραφική μου εξέλιξη και ως εκ τούτου μου είναι το ίδιο αγαπημένα. Ίσως έχω κατά τι περισσότερο αδυναμία στο μυθιστόρημά μου «Και τώρα τι θα γίνουμε χωρίς τρομοκράτες» που  κυκλοφόρησε το 2006 από τις εκδόσεις Καστανιώτη, γιατί ενώ χαρακτηρίστηκε από το πιο έγκριτο λογοτεχνικό περιοδικό της εποχής, το περιοδικό “Διαβάζω”, ως ό,τι καλύτερο έχει γραφεί για την τρομοκρατία από όλες τις κατηγορίες κειμένων, δεν κατάφερα τότε λόγω πολλαπλότητας υποχρεώσεων και έλλειψης των μέσων προώθησης που σήμερα διαθέτουμε να το στηρίξω όσο του άξιζε. Ευελπιστώ ότι στο κοντινό μέλλον θα του δώσω μια δεύτερη ευκαιρία με μία επανέκδοση.

 

ArtScript: Γράφετε κάτι αυτή την περίοδο και αν ναι θα θέλατε να μας δώσετε μια γεύση;  

Βαγγέλης Κάλιοσης: Ναι, έχω ξεκινήσει να δουλεύω πάνω σε ένα κειμενικό είδος με το οποίο αναμετρώμαι για πρώτη φορά, αυτό της βιογραφίας, και δεν σας κρύβω ότι με έχει ενθουσιάσει. Είναι τελείως διαφορετική υπόθεση. Προϋποθέτει έρευνα, πάρα πολλές συνεντεύξεις και μια συγγραφική προσέγγιση που δεν μοιάζει σε τίποτα σχεδόν με ό,τι έχω κάνει μέχρι τώρα. Πρόκειται για τη βιογραφία της πρώτης ουσιαστικά γυναίκας αστροφυσικού στην Ελλάδα,  της κ. Μαίρης Κοντιζά, η οποία ξεκινώντας τη διαδρομή της από τη δεκαετία του ‘60 έφτασε μέχρι τη NASA, ενώ έγινε και η πρώτη γυναίκα – υπογραμμίζω: όχι η πρώτη Ελληνίδα, η πρώτη γυναίκα γενικώς - Αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Αστρονομικής Ένωσης, της ευρωπαϊκής δηλαδή NASA. Αυτά είναι επιτεύγματα που από μόνα τους κινητοποιούν το ενδιαφέρον να μάθει κανείς πώς προέκυψαν. Ωστόσο, επειδή έχω τη σπάνια τύχη να γνωρίζω προσωπικά την κ. Κοντιζά - όπως και τον σύζυγό της τον κ. Ευάγγελο Κοντιζά, πρώην Διευθυντή του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών - και να απολαμβάνω τη φιλία τους, σας διαβεβαιώνω ότι το ακόμη μεγαλύτερο ενδιαφέρον βρίσκεται στην ίδια την προσωπικότητά της και τις συνθήκες που τη διαμόρφωσαν. Οι καταβολές της έχουν κάτι το εξόχως μυθιστορηματικό και, όταν τις πληροφορήθηκα, μου κινητοποίησαν το εξής ερώτημα: τι είναι αυτό τελικά που διαμορφώνει έναν σπουδαίο επιστήμονα ή μια ξεχωριστή προσωπικότητα; Το βιβλίο φιλοδοξώ να είναι η απάντηση σε αυτό το θεμελιώδες ερώτημα.






14 Οκτωβρίου 2020

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΗΝ LENA KYROPOULOS ΣΤΙΣ 11/10/2020



 

 

 

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟ FILOXENIART ΚΑΙ ΤΗΝ ΑΓΑΘΗ ΡΕΒΥΘΗ


 [Συνέντευξη για το "Τσιπάκι της Γνώσης" στην Αγάθη Ρεβύθη, δημοσιευμένη στις 21/9/2020 στο Filoxeniart ]

Σήμερα, θα γνωρίσουμε τον συγγραφέα Βαγγέλη Κάλιοση μέσα από το βραβευμένο μυθιστόρημα του «Το τσιπάκι της γνώσης» το οποίο βρίσκεται στην 1η παγκόσμια κατάταξη της ΑΜΑΖΟΝ στην κατηγορία των Political Fiction.

«Το Τσιπάκι της Γνώσης » εκδόθηκε μεταφρασμένο στα αγγλικά με τον τίτλο «The Chip of Knowledge» από τις εκδόσεις Ontime Books.

Τυγχάνει της τιμής να είναι υποψήφιο για 2020 Book of the Year στο ίδιο Club.

Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον συζητήσαμε με τον Συγγραφέα τα παρακάτω :

Α.Ρ. Κάθε  συγγραφικό έργο της Πολιτικής, Επιστημονικής και ερωτικής φαντασίας είναι κατά μεγάλο μέρος δημιούργημα της αλληλεπίδρασης συγγραφέα-αναγνώστη… Στους κύκλους των κριτικών χρησιμοποιείται η έκφραση «αίσθηση του θαυμαστού», όταν οι προσπάθειες αυτές, όπως περιγράφονται μέσα στη διήγηση, τοποθετούν ξαφνικά τον αναγνώστη σε μια θέση απ’ όπου αντικρίζει την ανθρωπότητα από εντελώς νέα προοπτική.

Το αποτέλεσμα του δικού σας πονήματος, περιέχει όλα τα παραπάνω στοιχεία, έχω δε την εντύπωση, πως καινοτομεί σε πολλά σημεία , παίρνοντας  επάξια το προβάδισμα έναντι άλλων της ίδιας κατηγορίας.    Ποια είναι αυτά τα σημεία; Πόσο ρόλο έπαιξε η χρονική περίοδος, ως παράμετρος στην σύλληψη του θέματος και της πλοκής ;


Β.Κ. Χαίρομαι πρώτα απ’ όλα που βρίσκετε καινοτόμο το έργο μου, όπως επίσης και για το γεγονός ότι με φέρνετε αντιμέτωπο με τόσο ενδιαφέροντα ερωτήματα. Στα περισσότερα μυθιστορήματα του είδους το κυρίαρχο συναίσθημα είναι η απαισιοδοξία. Μαίνεται η καταστροφολογία και μοιραία καλλιεργείται ο πεσιμισμός. Άθελά τους οι συγγραφείς τους εδραιώνουν στις συνειδήσεις των αναγνωστών τους τη βεβαιότητα ότι τα πράγματα έχουν έτσι και είναι αδύνατο να αλλάξουν. Οι δυνάμεις της εξουσίας, σκοτεινές και παντοδύναμες, είναι ανέφικτο να ανατραπούν. Αυτό ισχύει εν πολλοίς και στα υψηλά δείγματα του είδους, όπως είναι τα έργα του Orwell, του Huxley, του Bradbury ή του Zamyatin, στα οποία μάλιστα αποδίδεται εσχάτως ο προσδιορισμός «δυστοπικά». Θα έλεγα λοιπόν, ότι η δεσπόζουσα καινοτομία του μυθιστορήματός μου, από την οποία παράγονται ενδεχομένως και οι όποιες άλλες, έγκειται στο γεγονός ότι είναι «ευτοπικό», καθώς αφηγείται ουσιαστικά μία από τις πιθανές σύνθετες κοινωνικές διαδικασίες  μετάβασης από το δυστοπικό παρόν σε ένα ευτοπικό μέλλον, που για τους ήρωες του μυθιστορήματος – προφανώς και για μένα – ταυτίζεται με την γνήσια δημοκρατία, εκεί που το άτομο κατακτά την πλήρη αυτονομία και μαζί μ’ αυτή την ικανότητα να συναποφασίζει για όλα όσα αφορούν τη συλλογικότητα στην οποία θα είναι θεσμικά ενταγμένος. Υπό αυτό το πρίσμα χαίρομαι ιδιαίτερα, κ. Ρεβύθη, που διαπιστώνετε ότι διεγείρει την «αίσθηση του θαυμαστού», γιατί θέλω να πιστεύω πως κάνει τον αναγνώστη να ατενίσει, έστω για λίγο, τον κόσμο με γειωμένο οπτιμισμό.

Σε ό,τι αφορά τώρα στο ερώτημά σας σχετικά με το ρόλο της συγκυρίας στη σύλληψη του θέματος και της πλοκής, θα πω ότι η ιδέα αυτού του μυθιστορήματος γεννήθηκε πριν την εκδήλωση της οικονομικής κρίσης και πιο συγκεκριμένα το 2007. Ωστόσο, επειδή ως εγχείρημα την περίοδο εκείνη με ξεπερνούσε, οδήγησε αρχικά στη συγγραφή ενός πολιτικού δοκιμίου με τον τίτλο «Η Κρίση του Κοινοβουλευτισμού και το Αίτημα της Άμεσης Δημοκρατία”, το οποίο εκδόθηκε τελικά το 2011 από τις Εκδόσεις Χρ. Δαρδανός, και αποτέλεσε τρόπον τινά το θεωρητικό υπόβαθρο για τη συγγραφή του μυθιστορήματος. Τότε, εξάλλου, ήρθα σε επαφή και με το έργο του καθηγητή Γιώργου Κοντογιώργη το οποίο συνιστά μια διακριτή επιστήμη, την Κοσμοσυστημική Γνωσιολογία, που με βοήθησε καταλυτικά στη διαύγαση της αρχικής ιδέας και στη σταδιακή της μετάπλαση σε μια μυθιστορηματική προσομοίωση του μελλοντικού κόσμου. Ενός κόσμου όπου η γνώση, η ευθύνη και ο έρωτας, με την πανάρχαια σημασία του όρου ως ισχυρή ελκτική δύναμη, θα επιτρέπουν στον άνθρωπο ως ατομικότητα να καθορίζει τη μοίρα του και στα δημοκρατικά πολιτικά σώματα ως συλλογικότητες την πορεία εξέλιξης των κοινωνιών τους. Υποθέτω, βέβαια, πως το περιβάλλον της κρίσης ενίσχυσε ακόμη περισσότερο τις πεποιθήσεις μου και σφυρηλάτησε την ανάγκη μου να τις εκφράσω μέσα από τους λοξούς και δαιδαλώδεις δρόμους της λογοτεχνίας, η οποία όπως και το παρελθόν μάς έχει δείξει έχει τον τρόπο να κεντρίζει τις συνειδήσεις πιο αποτελεσματικά από ένα θεωρητικό κείμενο, παρά την λογική και τεκμηριωτική υπεροπλία του τελευταίου.

Α.Ρ. Γράφει μεταξύ άλλων ο εξαιρετικός κριτικός λογοτεχνίας κ. Κώστας Τραχανάς   για το βιβλίο σας :

‘’ Ένα βιβλίο ύμνος στην άμεση Δημοκρατία, τη Δημοκρατία της αρχαίας Αθήνας και ένας ύμνος στον έρωτα ‘’

Έτος 2100. Μια πόλη…

Θέλοντας να μην αποκαλύψω τα υπόλοιπα , πείτε μας για τους ήρωες του μυθιστορήματος , με ποιο τρόπο  περνούν από το φίλτρο του μέσου Έλληνα, και πως από τον αναγνώστη διεθνώς καθώς “Το Τσιπάκι της Γνώσης”  εκδόθηκε μεταφρασμένο στα αγγλικά με τον τίτλο «The Chip of Knowledge» από τις εκδόσεις Ontime Books;


Β.Κ. Οι ήρωες του μυθιστορήματός μου θα μπορούσαν να είναι οποιασδήποτε εθνικότητας και ο χώρος δράσης τους οποιαδήποτε πόλη ή κράτος στον κόσμο. Αυτό άλλωστε υπονοεί και η επιλογή μου τα ονόματά τους να έχουν κωδικό χαρακτήρα. Ωστόσο, η ελληνική κοινωνία αν δεν είχε υποστεί αυτή την τεράστιας κλίμακας πολιτική διαστροφή των τελευταίων διακοσίων χρόνων, οπότε και της φορέθηκε το στενό κοστούμι του δυτικού δεσποτισμού με το προσωπείο της δημοκρατίας των δικαιωμάτων που δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια μοναρχευομένη ολιγαρχία παραμορφώνοντάς την κυριολεκτικά, θα μπορούσε δυνητικά να έχει το πολιτικό ανάπτυγμα που θα της επέτρεπε να πρωταγωνιστήσει σε μια τέτοια πολιτική και πολιτισμική εν γένει μετάβαση. Η απήχηση που έχει ήδη το μυθιστόρημα στο εξωτερικό δείχνει ότι το αποπνικτικό διεθνώς πολιτικό περιβάλλον καθιστά ευήκοα τα ώτα σε χειραφετικές προτάσεις έστω και με τη μορφή ενός μυθιστορήματος επιστημονικής φαντασίας. Εξάλλου, ένα μυθιστόρημα δεν είναι παρά ένα ερέθισμα για σκέψη.

Α.Ρ. Θα σταθώ σε δυο ουσιαστικά . Γνώση και πολίτης.

Ποια είναι εκείνα τα χαρακτηριστικά των αναγνωστών που θα επιλέξουν να διαβάσουν το βιβλίο σας;

Β.Κ. Το βιβλίο θα μπορούσε να το διαβάσει κάθε αναγνώστης είτε αρέσκεται στην επιστημονική φαντασία είτε όχι, καθώς κατά βάση πρόκειται για μια περιπέτεια που ανελίσσεται με κινηματογραφικούς ρυθμούς τοποθετημένη στο μέλλον. Από εκεί και πέρα το αν θα περάσει στο δεύτερο ή το τρίτο επίπεδο πρόσληψης και στις αντίστοιχες διανοητικές και ψυχοσυναισθηματικές διεργασίες εξαρτάται από τις ανησυχίες του, τις προσλαμβάνουσές του, το γνωστικό του υπόβαθρο, την οξύνοιά του, τις προκαταλήψεις του, το χρόνο του και πολλούς άλλους παράγοντες που δεν είμαστε προφανώς σε θέση να σταθμίσουμε με ακρίβεια. Εκείνο, ωστόσο,  που δεν θα πάψει ποτέ να με εντυπωσιάζει είναι ότι όσες φορές έχω την τύχη να μιλήσω με αναγνώστες βιβλίων μου μού αποκαλύπτουν πτυχές τους και τρόπους θεώρησής τους που δεν είχα καν φανταστεί. Αυτό ακριβώς είναι και το μεγαλείο αυτής της ασύγχρονης επικοινωνίας συγγραφέα – αναγνώστη, που εν τέλει προσδίδει στο έργο πολύ περισσότερες διαστάσεις από αυτές που ο συγγραφέας του είχε αρχικά κατά νου και υπό αυτή την έννοια μια δική του υπόσταση, η οποία μάλιστα εμπλουτίζεται από την διαδρομή του μέσα στο χρόνο ερήμην του γεννήτορά του.

Α.Ρ. Μας ξεναγείτε σε ένα ουτοπικό κόσμο  που οι πραγματικές συγκρούσεις μέσα από την αφύπνιση τείνουν να τον μετατρέψουν σε ιδεατό. Υπάρχει ελπίδα ; Από πού θα ξεκινήσει;

Β.Κ. Σε ό,τι με αφορά σαφέστατα και υπάρχει ελπίδα. Και για να γίνω πειστικός, θα επικαλεστώ την Ιστορία. Είναι πάμπολλες οι περίοδοι στο διάβα της, όπου οι κοινωνίες περιήλθαν σε τέλμα και κατάφεραν να βρουν τη δίοδο της υπέρβασής του και τη συνάρμοσή τους με την πρόοδο. Χρειάζεται όμως γνώση, μεθοδικότητα και επιμονή για να υπερβούμε τον πρώιμο ανθρωποκεντρισμό στον οποίο μας ενέταξε ο Διαφωτισμός, ο οποίος είναι ολοφάνερο πλέον ότι έχει ολοκληρώσει τον ιστορικό του κύκλο, και να μεταβούμε στην αντιπροσώπευση, εκεί δηλαδή που ο πολίτης θα είναι ο εντολέας και ο πολιτικός ο υπό διαρκή λογοδοσία εντολοδόχος, όπως μας υποδεικνύει το ελληνικό εξελικτικό παράδειγμα.  Μια τέτοια εξέλιξη θα ξαναδώσει νόημα στην πολιτική και ελπίδα στους ανθρώπους ότι μπορούν να καθορίσουν την τύχη τους και να βελτιώσουν τους όρους της ζωής τους.

Α.Ρ.  Ο συγγραφέας Ρόμπερτ Χαϊνλάιν όρισε την ΕΦ ως «ρεαλιστικό συλλογισμό σχετικό με πιθανά μελλοντικά συμβάντα, στέρεα βασισμένα πάνω στην επαρκή γνώση του πραγματικού κόσμου, του παρελθόντος και του παρόντος, καθώς και σε μία εκτενή κατανόηση της φύσης και της σπουδαιότητας της επιστημονικής μεθόδου».

Πείτε μας την δική σας εκδοχή / οπτική.


Β.Κ. Ο ορισμός του Robert Heinlein με καλύπτει απόλυτα. Είναι άλλωστε πολύ χαρακτηριστικό ότι μυθιστορήματα του είδους που εναπόκεινται αποκλειστικά στη φαντασία του γράφοντος εκπίπτουν σε καρικατούρες και ταξινομούνται εκόντα άκοντα στην παραλογοτεχνία. Η γνώση και η βαθιά κατανόηση της επιστημονικής μεθόδου είναι που δικαιώνουν κάθε τέτοιο εγχείρημα.

Α.Ρ. Η ενασχόλησή σας  με τη λογοτεχνία ξεκινάει με την ποιητική συλλογή Ακροβασίες το 1991 .  Το 2020 κυκλοφόρησε  το μουσικό άλμπουμ «Δημοκρατία… Fake», το οποίο περιλαμβάνει έντεκα τραγούδια σε δικούς σας  στίχους μελοποιημένους από τον συνθέτη Σάκη Τσιλίκη. Τα τραγούδια ερμηνεύουν οι Χρήστος Νινιός, Μάνος Λυδάκης, Ρενάτα Πυλαρινού, Κωνσταντίνος Τσιμούρης και ο ίδιος ο συνθέτης.

Πείτε μας για αυτήν την συνεργασία.


Β.Κ. Έτσι κι αλλιώς με έλκουν συγγραφικά όλα τα κειμενικά είδη. Ωστόσο, η συνεργασία μου με τον σπουδαίο συνθέτη Σάκη Τσιλίκη προέκυψε εντελώς τυχαία και μάλιστα με αφορμή το «Τσιπάκι της Γνώσης». Συναντηθήκαμε στα γυρίσματα μια τηλεοπτικής εκπομπής, όπου παρουσιάζαμε τα βιβλία μας – εκείνος το αφιερωμένο στον Θανάση Βέγγο «Μικρή σουίτα για έναν μεγάλο άνθρωπο» από τις Εκδόσεις Δρόμων -, και αναπτύχθηκε αίφνης μια σχέση αμοιβαίας εκτίμησης που γρήγορα εξελίχθηκε σε φιλία. Αισθάνθηκα μεγάλη τιμή, όταν μου πρότεινε να γράψω τους στίχους για έναν ολόκληρο δίσκο που και οι δύο επιθυμούσαμε να έχει πολιτικό πρόσημο. Και εδώ τα υλικά ήταν τελικά τα ίδια. Βασίστηκα στο θεατρικό του έργο το «Ουρλιαχτό του Έρωτα» από το οποίο άντλησα τα ερεθίσματα και έγραψα τους στίχους για δέκα πολιτικά και ερωτικά τραγούδια, εκ των οποίων το ένα μελοποιήθηκε και στα αγγλικά σε μετάφραση – προσαρμογή του Κωνσταντίνου Τσιμούρη. Ήταν μια καταπληκτική εμπειρία για μένα και ευχαριστώ θερμά και με την ευκαιρία που μου δίνετε τον Σάκη, η τεράστια πείρα του οποίου την κατέστησε πιο εύκολη και πολυσήμαντα ενδιαφέρουσα από ό,τι αρχικά πίστεψα. Το δε αποτέλεσμα μας ικανοποιεί απόλυτα χάρη και στις εξαιρετικές εκτελέσεις των ερμηνευτών. Περιμένουμε να το εκτιμήσουν και οι ακροατές σε μια περίοδο πολύ δύσκολη για το ελληνικό τραγούδι, το οποίο όπως και η κοινωνία διέρχεται μια κρίση ταυτότητας.

Α.Ρ. Θα σας πυροδοτούσε το ενδιαφέρον  « Το τσιπάκι της γνώσης » να μεταφερθεί σε μορφή  έργου  στον Κινηματογράφο;

Εφαρμόζω πάγια στις ιστορίες μου δύο από τις λογοτεχνικές αξίες που προέκρινε ο Ίταλο Καλβίνο στο κύκνειο άσμα του «Έξι Προτάσεις για την Επόμενη Χιλιετία», την ταχύτητα και την οπτικότητα. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να έχει διαβάσει το βιβλίο και να μην έχει αποφανθεί ότι είναι προορισμένο να γίνει ταινία. Η ερώτησή σας με ενθαρρύνει να υποθέσω ότι την ίδια εντύπωση προκάλεσε και σε σας, κάτι που με χαροποιεί ιδιαίτερα. Δεν σας κρύβω, λοιπόν, ότι θα ήθελα πολύ να δω τους ήρωές μου να αποκτούν σάρκα και οστά στην μεγάλη οθόνη. Η έκδοση και η κυκλοφορία του βιβλίου στον αγγλόφωνο κόσμο από την Ontime Books και η μακρά επαγγελματική σχέση του εκδότη Δημήτρη Χριστοδούλου με τον κόσμο του κινηματογράφου και τη Netflix καθιστούν βάσιμη την επιθυμία. Οψόμεθα …

Αγάθη Ρεβύθη 

Αγάθη Ρεβύθη | Galatsion.gr


12 Ιουλίου 2020

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΤΑΚΗ ΣΚΡΙΒΑΝΟ ΣΤΗΝ ATHENS VOICE

[Συνέντευξη για το "Τσιπάκι της Γνώσης" στον Τάκη Σκριβάνο, δημοσιευμένη στις 15/7/2020 στην Athens Voice]

Ο Βαγγέλης Κάλιοσης έχει «Το Τσιπάκι της Γνώσης»

Ο συγγραφέας μιλάει για το βιβλίο του, που κυκλοφορεί από την Ontime Books

Συνέντευξη με τον συγγραφέα Βαγγέλη Κάλιοση για το νέο του βιβλίο «Το Τσιπάκι της Γνώσης», που κυκλοφόρησε στο εξωτερικό σε μετάφραση των εκδόσεων Ontime Books

Ο Βαγγέλης Κάλιοσης μιλάει για το βιβλίο του, που κυκλοφορεί από την Ontime Books, έφτασε στο Νο1 των Political Fiction της Amazon και έγινε book of the day στην Αμερική. Το «Τσιπάκι της Γνώσης» του Βαγγέλη Κάλιοση αρχικά κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Κάκτος, στα ελληνικά. Στη συνέχεια οι εκδόσεις Ontime Books, οι οποίες εκδίδουν βιβλία Ελλήνων και Κύπριων συγγραφέων σε όλον τον αγγλόφωνο κόσμο, αποφάσισαν να το μεταφράσουν και να το εκδώσουν. Η επιτυχία που γνωρίζει είναι μεγάλη και, όπως λέει ο συγγραφέας, είναι σαν να πάτησε το Έβερεστ.

Το «Τσιπάκι της γνώσης» κυκλοφορεί, πλέον, σε όλο τον αγγλόφωνο κόσμο, από την Ontime Books. Τι σκεφθήκατε όταν σας έγινε η συγκεκριμένη πρόταση; Και ποια είναι η αίσθηση του να διαβάζουν το βιβλίο σας άνθρωποι από κάθε γωνιά του κόσμου;
Όταν ο εξαίρετος μεταφραστής του βιβλίου μου Δημήτρης Θανασούλας αναφέρθηκε σε αυτή την προοπτική ενθουσιάστηκα. Όταν δε μίλησα με τον εκδότη Δημήτρη Χριστοδούλου, ο ενθουσιασμός έγινε σιγουριά επιτυχίας. Είναι ένας άνθρωπος που με την πείρα του στελέχους της Amazon και του συνεργάτη της Netflix, εκτός του ότι γνωρίζει άριστα το αντικείμενο, έχει την ευχέρεια να κινείται με άνεση στα διεθνή δίκτυα διακίνησης του βιβλίου. Αισθάνομαι πολύ τυχερός και απολαμβάνω πραγματικά τη συνεργασία μου με τον ίδιο και  την ομάδα του. Το αίσθημα ασφυξίας που κόμιζα όλα αυτά τα χρόνια ως Έλληνας συγγραφέας έχει εξανεμιστεί. Θα σας δώσω ένα παράδειγμα, για να αντιληφθείτε τη διαφορά. Μία μόνο κριτική στο αμερικάνικο Online Book club με αξιολόγηση τρία στα τέσσερα αστέρια προκάλεσε εκατοντάδες σχόλια προερχόμενα από ανθρώπους απλωμένους σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της γης, ενώ τα shares στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ανάγονται σε τετραψήφιο αριθμό με άδηλο το πλήθος των επιμέρους σχολίων που ακόμα συνεχίζονται. Αποτέλεσμα: την τελευταία εβδομάδα του Ιουνίου το βιβλίο βρέθηκε στο top 10 της Amazon στην κατηγορία των Political Fictions και στις 2 Ιουλίου κατέλαβε την 1η θέση παγκοσμίως. Το αίσθημα που βίωσα εκείνη την ημέρα δεν περιγράφεται. Είναι σαν να πάτησα Έβερεστ. Και το οφείλω στην Ontime Books, που ήρθε για να οδηγήσει τους Έλληνες συγγραφείς στο μεγάλο διεθνές κοινό.

Πείτε μας δυο λόγια για το μυθιστόρημά σας, το οποίο έχετε χαρακτηρίσει ως μυθιστόρημα μελλοντικής πολιτικής πραγματικότητας με στοιχεία επιστημονικής φαντασίας. Πού τελειώνει η πραγματικότητα και πού αρχίζει η φαντασία;
«Το Τσιπάκι της γνώσης» είναι ένα μυθιστόρημα πολιτικής, επιστημονικής και ερωτικής φαντασίας. Πολιτικής, γιατί επιχειρεί μια προβολή της πολιτικής ουτοπίας του σήμερα σε ένα ορατό μέλλον με όρους πραγματικότητας, ένα είδος λογοτεχνικής προσομοίωσης δηλαδή στη γνήσια δημοκρατία του μέλλοντος. Επιστημονικής, γιατί ως καταλύτης στις εξελίξεις αναδεικνύεται ένα προηγμένο επιστημονικό επίτευγμα, το Τσιπάκι της Γνώσης, το οποίο ωστόσο λειτουργεί περισσότερο συμβολικά παρά ως ένα ρεαλιστικό ενδεχόμενο, για να δείξει πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα σήμερα, εάν η άγνοια δεν έκρυβε τις αληθινές μας δυνατότητες. Ερωτικής, τέλος, γιατί ο ιδεατός έρωτας δύο νέων ανθρώπων από ατομικό βίωμα μετουσιώνεται σε συλλογική πράξη, που σαν ορμητικό ποτάμι παρασύρει τον παλιό κόσμο και με το μάγμα των θρυμματισμένων υλικών του φτιάχνει έναν καινούργιο, ο οποίος δεν είναι φυσικά τέλειος αλλά είναι σίγουρα καλύτερος από τον προηγούμενο. Υπό αυτό το πρίσμα, λοιπόν, τα όρια μεταξύ πραγματικότητας και φαντασίας είναι δυσδιάκριτα.

Με ποιον από τους ήρωες της ιστορίας σας έχετε τα περισσότερα κοινά και ποια είναι αυτά;
Επειδή δεν πιστεύω στους μονοσήμαντα καλούς ή κακούς χαρακτήρες, βρίσκω σημεία ταύτισης με όλους τους ήρωες της ιστορίας μου, ακόμη και τους πιο αρνητικούς, όπως είναι ο Κυβερνήτης. Αναλογιζόμενος για παράδειγμα το μονήρη πυρήνα της παιδικής μου ύπαρξης, τότε που φαντασιωνόμουν ότι όλος ο κόσμος μού ανήκει, βρίσκω να μοιάζω πολύ στον Κυβερνήτη, γιατί τι άλλο είναι ένας εξουσιαστής πέρα από ένα μονομανές ανώριμο εγωιστικό υποκείμενο, που ένα άθροισμα συγκυριών και μια κάποια ενδεχομένως διαχειριστική ικανότητα το έφεραν σε θέση ισχύος στους κόλπους πάντα ενός πρώιμου ανθρωποκεντρικού δεσποτικού πολιτικού συστήματος.

                                              



15 Ιουνίου 2020

ΕΝΑ ΒΙΒΛΙΟ ΥΜΝΟΣ ΣΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

[Κριτικό σημείωμα του Κώστα Τραχανά για το "Τσιπάκι της Γνώσης", αναρτημένο στο Texnes Online στις 11 Ιουνίου 2020 και σε διάφορα έντυπα της Ηπείρου]


Ένα βιβλίο ύμνος στην άμεση Δημοκρατία, τη Δημοκρατία της αρχαίας Αθήνας και ένας ύμνος στον έρωτα.
Έτος 2100. Μια πόλη.
Ο Πολίτης Α ερωτεύεται την κόρη του Κυβερνήτη της πόλης. Για να  πλησιάσει το Ξωτικό (έτσι την αποκαλεί), πιάνει δουλειά στο Πύργο Ελέγχου του  Κυβερνείου, του πατέρα της. Εργάζεται στα συστήματα ηλεκτρονικής και τηλεπικοινωνιών του Κυβερνήτη.
 Ο Κυβερνήτης είχε στήσει ένα εκτεταμένο, κρυφό, ιδιωτικό δίκτυο παρακολούθησης όλων των πολιτών. Ανατριχιαστικά επικίνδυνο αυτό που συνέβαινε, τόσο για την ίδια την πόλη, όσο και για τους πολίτες της. Η τεχνολογική αυτή βάση λεγόταν Μάτι του Θεού. Ο οφθαλμός ος τα πάνθ΄ ορά. Ένας Μεγάλος Αδελφός, του Όργουελ…
Ο Κυβερνήτης παρακολουθούσε ακόμη και την ίδια του την κόρη. Η γυναίκα του είχε εξαφανιστεί περίεργα πριν δεκαοκτώ χρόνια .
Ο Κυβερνήτης χρησιμοποιώντας την ελίτ των Ενθρονιστών-Εξουσιαστών, τον φόβο , την τάξη και την παρακολούθηση,  κυβερνούσε και εκμεταλλευόταν την πόλη 25 χρόνια. Είχε επίσης εμφυτέψει στο εγκέφαλο της κόρης του ένα τσιπάκι «Το τσιπάκι της γνώσης» (ένα Εμφυτεύσιμο Γνωστικό Λογισμικό, ένα μέσο χειραφέτησης), για να έχει πάρα πολλές γνώσεις και για να μπορέσει να κυβερνήσει και να ηγεμονεύσει την πόλη μετά από αυτόν.
Ο Πολίτης Α δίνει αναφορά στον Κυβερνήτη, για ό,τι βλέπει και ακούει στην πόλη, προκειμένου να βρίσκεται κοντά στο αντικείμενο του πόθου του. Γρήγορα γνωρίζεται με το ξωτικό .
Στην ίδια πόλη ζει και ο Πολίτης Β, ο οποίος έχει ένα ανεξάρτητο και δυναμικό ραδιοφωνικό σταθμό, τον Citizen Radio, με τον οποίο αποκαλύπτει όλα τα κακώς κείμενα, κυρίως της εξουσίας του Κυβερνήτη.
Ο Πολίτης Α μαζί με το ξωτικό γνωρίζονται με τον Πολίτη Β και την Ομάδα των Ουρανιστών. Ο σκοπός του Πολίτη Β και των Ουρανιστών είναι να μπορέσουν να έχουν πρόσβαση στο τσιπάκι της Γνώσης, όσο δυνατόν περισσότεροι πολίτες. Πιστεύουν ότι αν η σκέψη των πολιτών εμπλουτιστεί με όλη αυτή τη γνώση, οι ίδιοι θα φοβούνται λιγότερο την κάθε εξουσία, θα έπαυαν να έχουν αυταπάτες  και ο κόσμος θα γινόταν καλύτερος και πιο δημοκρατικός . Αν τον πετύχαιναν αυτό, θα ήταν η πιο επιτυχημένη παρασκηνιακά ειρηνική τεχνοεπιστημονική και κοινωνικοανατρεπτική ενέργεια που θα λάμβανε ποτέ χώρα στην ανθρώπινη Ιστορία!!!
Θα μπορέσουν να το πετύχουν;
Θα συνεργαστούν οι Ουρανιστές με την Αρετή της Εχεμύθειας ;
Θα γίνουν οι πολίτες παντογνώστες; Θα δούνε την πραγματικότητα ; Έχουν τη θέληση;
Η ομορφιά, ο έρωτας, η εντιμότητα και το δίκαιο θα νικήσουν την φαυλότητα;
Θα νικήσει η πραγματική Δημοκρατία την Ολιγαρχία και τον δεσποτισμό;
Στην πραγματική Δημοκρατία κάθε εξουσία πηγάζει, ελέγχεται και ανακαλείται από τους πολίτες;
Είναι η Δημοκρατία μια τεράστια εστία εκρήξεων χαράς, έμπνευσης και δημιουργίας, που πυροδοτούνται αενάως από τη συμμετοχή, την ευθύνη και το αυτεξούσιο;
Είναι δυνατόν η εξουσία στη φαντασία ;
Τα όπλα τους θα γίνουν οι λέξεις;
Μπορεί η πόλη να ανήκει στους πολίτες της;
Μήπως όλα τα παραπάνω είναι μια Ουτοπία;

Μια συναρπαστική αφήγηση γραμμένη σε απαράμιλλο ύφος.
Ό,τι πιο διαυγές, αληθινό και πλούσιο μπορεί να διαβάσει κανείς για την πραγματική Δημοκρατία.
Διαδώστε αυτό το εξαιρετικό και διδακτικό βιβλίο.

ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΟΥ ΑΓΙ ΝΤΟΥΛΙΑ ΣΤΟ PAGE TRAIL

[Κριτικό σημείωμα του Άγι Ντούλια για το "Τσιπάκι της Γνώσης" στο Page Trail, αναρτημένο στις 30 Απριλίου 2020 - Page Trail ]
                                    

Είναι η καθολική γνώση ικανή να ανατρέψει την καθεστηκυία πολιτική τάξη πραγμάτων και έναν ολόκληρο κόσμο ή είναι προτιμότερη η άγνοια; Μπορεί ο έρωτας να έχει μεταμορφωτική επίδραση ή είναι κι αυτός μια πλάνη; Είναι η εξουσία αναγκαίο κακό ή μπορεί να υπάρξει κοινωνία και χωρίς αυτή; Ο Βαγγέλης Κάλιοσης, με το μυθιστόρημά του "Το Τσιπάκι της Γνώσης", δίνει τις  δικές του απαντήσεις στα παραπάνω ερωτήματα.

Σε μια πόλη την οποία η εκλεγμένη επί σειρά ετών και για πάνω από δύο δεκαετίες διεφθαρμένη εξουσία της λυμαίνεται με μηχανορραφίες, ο Πολίτης Α ερωτεύεται την κόρη του Κυβερνήτη της. Ο αμοιβαίος έρωτας θα αποτελέσει κινητήρια δύναμη για εκείνη ώστε να ορθώσει το ανάστημά της στον πατέρα της αλλά και να αναζητήσει την από καιρό εξαφανισμένη και θεωρούμενη νεκρή μητέρα της. Παράλληλα ένας άλλος πολίτης και πρώην σκανδαλοθήρας δημοσιογράφος, ο Πολίτης Β, αναπτύσσει μυστική πολιτική δράση επιθυμώντας να καταστήσει το Τσιπάκι της Γνώσης, μια πρόσφατη εφεύρεση με τεράστιο κόστος αγοράς, κτήμα μιας μεγάλης μερίδας των πολιτών.

Η πλοκή αυτού του μυθιστορήματος είναι από τα μεγάλα του πλεονεκτήματα. Είναι προσεγμένη και ξετυλίγεται μεθοδικά και χωρίς να κουράζει. Από την αρχή της ιστορίας ένα πέπλο μυστηρίου καλύπτει αρκετά γεγονότα, με πιο αξιομνημόνευτο την μοίρα της εξαφανισμένης μητέρας, τα οποία ξεδιαλύνονται προοδευτικά καθώς η υπόθεση προχωράει.

Επίσης με κέρδισε σαν τεχνική, όπως πάντα,  η αλλαγή της οπτικής γωνίας που πραγματοποιείται στην αφήγηση καθώς ο αναγνώστης περνά από το ένα κεφάλαιο στο άλλο, με κυρίαρχες οπτικές γωνίες αυτές του Πολίτη Α, του Πολίτη Β και της κόρης του Κυβερνήτη. Αυτό βέβαια δε σημαίνει ότι  δεν χρησιμοποιούνται και άλλες οπτικές γωνίες, όπως για παράδειγμα του ίδιου του Κυβερνήτη, ενώ αξιομνημόνευτο είναι ένα κεφάλαιο όπου η αφήγηση δίνεται από τη σκοπιά πολλών τυχαίων πολιτών, με την αφήγηση του ενός να διαδέχεται την αφήγηση του άλλου.

Άλλο αξιοσημείωτο στοιχείο του βιβλίου είναι ο πολύ προσεγμένος λόγος και το πλούσιο λεξιλόγιο που διαθέτει και αξιοποιεί ο συγγραφέας ώστε να αποδώσει πιο παραστατικά και περίτεχνα την ιστορία.

Το μόνο στοιχείο που δεν μου άρεσε στο "Τσιπάκι της Γνώσης" είναι ίσως ο τυφλός και με την πρώτη ματιά αβυσσαλέος έρωτας που αναπτύσσεται ανάμεσα στους δύο πρωταγωνιστές. Μεγάλα λόγια και υποσχέσεις για αιώνια αγάπη δίνονται απλόχερα και αμοιβαία από τον έναν ερωτευμένο προς τον άλλον χωρίς καν να έχουν γνωριστεί, γεγονός που καθιστά τον ερωτά τους κάπως μη ρεαλιστικό και παρωχημένο/παραμυθένιο. Βέβαια ο συγγραφέας έχει το άλλοθι ότι το γεγονός αυτό εξυπηρετεί  σαφέστατα την εξέλιξη της πλοκής.

Συμπερασματικά "Το Τσιπάκι της Γνώσης" είναι ένα μυθιστόρημα με πολύ ενδιαφέρουσα πλοκή και εξέλιξη. Το ξετύλιγμα της πλοκής, ο τρόπος αφήγησης αλλά και η γραφή και το λεξιλόγιο του Βαγγέλη Κάλιοση αποπνέουν μια μαεστρική μεθοδικότητα. Η γνώση αφυπνίζει τις κοιμώμενες και καταπιεσμένες μάζες, που μόνο κατ' ευφημισμό μπορούν να χαρακτηριστούν "πολίτες", τις ενεργοποιεί και τις μεταμορφώνει από απλούς υπηκόους σε Πολίτες με "Π" κεφαλαίο.

                            



ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΓΙΩΡΓΟ ΚΙΟΥΣΗ ΣΤΟ LIVE MEDIA NEWS

[Συνέντευξη για το "Τσιπάκι της Γνώσης" στον Γιώργο Κιούση, δημοσιευμένη στις 27/5/2020 στο Live Media News]

Η ιστορία μας εκτυλίσσεται κατά το πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα σε μια πόλη με βαρύ παρελθόν αλλά ελαφρύ και φαύλο παρόν. Τι θα συμβεί σ’ αυτή την πόλη, όταν ο Πολίτης Α ερωτευτεί κεραυνοβόλα και αμοιβαία την κόρη του Κυβερνήτη της; Πώς θα επηρεαστεί η μοίρα της από την απόφαση του Πολίτη Β, πρώην διάσημου σκανδαλοθήρα δημοσιογράφου, να επιστρέψει μετά από ένα διάστημα εθελούσιας απουσίας, υιοθετώντας ένα εντελώς νέο μοτίβο δημόσιας δράσης; Πού θα οδηγηθεί εν τέλει, όταν το Τσιπάκι της Γνώσης γίνει κτήμα μιας μεγάλης μερίδας πολιτών; Είναι η καθολική γνώση ικανή να αλλάξει μια πόλη, ίσως και τον κόσμο ολόκληρο; Ή μήπως η άγνοια είναι πιο βολική; Είναι ο έρωτας μια μεταμορφωτική δύναμη ή είναι μια πλάνη και αυτός; Είναι η εξουσία αναγκαίο κακό ή μπορεί να υπάρξει κοινωνία και χωρίς εξουσία; Είναι η δημοκρατία μια ουτοπία ή είναι σε θέση οι πολίτες να την κυοφορήσουν στους κόλπους της νεωτερικής της δυστοπίας;

- Το μυθιστόρημά σας «Το Τσιπάκι της γνώσης», εκδόσεις Κάκτος, κυκλοφόρησε πρόσφατα στην Αγγλική Γλώσσα…με ελληνική σφραγίδα;

Ναι, πράγματι το «Τσιπάκι της Γνώσης» κυκλοφορεί εδώ και λίγες μέρες ως «The Chip of Knowledge” σε όλο τον αγγλόφωνο κόσμο - σε Μεγάλη Βρετανία, ΗΠΑ, Καναδά και Αυστραλία – από την Ontime Books, τον εκδοτικό οίκο που ίδρυσε στο Λονδίνο ο Δημήτρης Χριστοδούλου, ο εγγονός του μεγάλου ποιητή, για να εκδίδει και να διακινεί ανά τον κόσμο έργα Ελλήνων συγγραφέων. Πρόκειται άλλωστε για ένα μυθιστόρημα υπερτοπικού και καθολικού ενδιαφέροντος που εκτυλίσσεται σε μια χτυπημένη από παρατεταμένη οικονομική κρίση πόλη, που θα μπορούσε να είναι η Αθήνα αλλά και οποιαδήποτε άλλη μητρόπολη ανά τον κόσμο. Αφηγητής του είναι ένας δεύτερης γενιάς νεαρός απόγονος ενός εκ των πρωταγωνιστών του, ο οποίος έχει την πολυτέλεια αλλά και τη δυσκολία συνάμα να ατενίζει τους ήρωες και τα γεγονότα από χρονική απόσταση εβδομήντα πέντε περίπου χρόνων και πιο συγκεκριμένα από το έτος 2100 μ.Χ., που είναι το έτος συγγραφής του.

- Πρωταγωνιστές του;

Είναι κατ’ ουσία όλοι οι Πολίτες της πόλης, που πρωτοστατούν σε μια πρωτόφαντη τόσο για την ίδια την πόλη όσο και για ολόκληρο τον κόσμο κοινωνικοπολιτική αλλαγή. Όπως όμως είναι γνωστό, οι μεγάλες μεταβολές στην Ιστορία γίνονται μεν από τους πολλούς, προετοιμάζονται δε από λίγους και καθορίζονται από ευνοϊκές συγκυρίες, από τυχαία δηλαδή γεγονότα, που ακόμη και ένα εξ αυτών να εξέλιπε οι εξελίξεις μπορεί να μην ήταν καθόλου ίδιες. Υπό αυτή την έννοια λοιπόν ο Πολίτης Α, ο Πολίτης Β, το Ξωτικό (η εκπάγλου ομορφιάς κόρη του Κυβερνήτη), ο Κυβερνήτης και ο Επιστήμονας είναι τα πέντε πρόσωπα που ακούσια ή εκούσια θέτουν σε κίνηση την ιστορία μας. Όλοι οι υπόλοιποι ενορχηστρώνονται σταδιακά, μέχρι που η Πόλη “παίρνει φωτιά”. Καταλύτης στην με κινηματογραφικούς ρυθμούς ανελισσόμενη ιστορία είναι το «Τσιπάκι της Γνώσης», μια τεχνοεπιστημονική εφεύρεση που εξασφαλίζει μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα αποϊδεολογικοποιημένη όλη την υφιστάμενη ανθρώπινη γνώση.

- Με μια σειρά ζητήματα που αναδύονται;
Αυτό είναι το πρώτο επίπεδο της ιστορίας που μπορεί να το διαβάσει κανείς όπως θα παρακολουθούσε μια περιπέτεια στο Netflix. Από εκεί και πέρα το μυθιστόρημα διεγείρει και μια σειρά από γενικότερα ερωτήματα, εκ των οποίων άλλα απαντώνται από τους ήρωές του και άλλα καλείται να τα απαντήσει ο αναγνώστης, όπως για παράδειγμα εάν είναι η καθολική γνώση ικανή να αλλάξει μια πόλη, ίσως και τον κόσμο ολόκληρο, ή μήπως η άγνοια είναι πιο βολική ή αν είναι η εξουσία αναγκαίο κακό ή μπορεί να υπάρξει κοινωνία και χωρίς εξουσία και πάει λέγοντας.

- Είναι μυθιστόρημα πολιτικής ή επιστημονικής φαντασίας;

Θα έλεγα ότι είναι μυθιστόρημα μελλοντικής πολιτικής πραγματικότητας με στοιχεία επιστημονικής φαντασίας. Ή, για να το πω διαφορετικά, τα sci fi στοιχεία γίνονται το πρόσχημα για να επιχειρήσουμε μια μυθιστορηματική προβολή στο πολιτικό μας μέλλον. Το μέγα διακύβευμα είναι η δημοκρατία. Το πολίτευμα, δηλαδή, που η άγνοια μας κάνει να πιστεύουμε ότι απολαμβάνουμε σήμερα, ενώ στην πραγματικότητα αυτό που ζούμε είναι μια ολιγαρχία με διασφαλισμένο ένα μίνιμουμ ατομικών δικαιωμάτων. Ο κόσμος όμως του μέλλοντος, του όχι και τόσο μακρινού, δύναται βοηθούσης της επιστημονικής γνώσης και της τεχνολογίας των επικοινωνιών να διεκδικήσει τη εξελικτική μετάβαση στην πραγματική δημοκρατία της καθολικής ελευθερίας, εκεί δηλαδή που ο πολίτης θα έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο.

- Και ο έρωτας πόσο βοηθάει να κάνουμε πολιτική;
Το έρωτα ο αναγνώστης θα τον συναντήσει στο βιβλίο στην πλέον φυσική του εκδοχή, κόντρα στις mainstream αγοραίες εκφάνσεις του αφύσικα σωματικού ή αστεία μεταφυσικού έρωτα μιας λογοτεχνίζουσας παραλογοτεχνίας. Πέρα από αυτό όμως, από την εξαίσια δηλαδή αμοιβαία έλξη του “είναι” δύο ατομικοτήτων, ο έρωτας με την πιο ευρεία του έννοια διατρέχει και το συλλογικό “είναι”. Σε αυτή του τη διάσταση γίνεται ορατός σε όλες εκείνες τις μεγάλες στιγμές της ιστορίας, όπου άνθρωποι όλων των τάξεων και όλων των αποκλίσεων συνέχονται από έναν μοναδικό σκοπό, από έναν υψιπετή στόχο και δρουν από κοινού για να τον πετύχουν. Εκεί ο έρωτας αναδεικνύεται σε απόλυτο πρωταγωνιστή και μοιάζει με μια ρευστή συγκολλητική ουσία, που απλώνεται παντού και φέρνει κοντά τα πιο ετερόκλητα στοιχεία, ενώνοντάς τα σε ένα μάγμα απαράμιλλης μεταμορφωτικής κοινωνικής δύναμης. Υπό ένα τέτοιο πρίσμα, λοιπόν, ο έρωτας από διαπροσωπικός γίνεται κοινωνικός και εξόχως πολιτικός.

- Mετά από το ερωτικό σύμπαν περνάτε στο ουράνιο;

Βρίσκομαι στη φάση έρευνας για τη συγγραφή μιας «μυθιστορηματικής» βιογραφίας, ένα λογοτεχνικό είδος που πάντα με συνάρπαζε ως ανάγνωσμα αλλά ποτέ δεν είχα φανταστεί ότι θα με απασχολήσει συγγραφικά, Πρόκειται για τη βιογραφία της πρώτης σπουδαίας αστροφυσικού στην Ελλάδα, την οποία έχω τη σπάνια τύχη να γνωρίζω εδώ και κάποιο καιρό και να απολαμβάνω τη φιλία της.

ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΕΛΕΝΗΣ ΛΙΝΤΖΑΡΟΠΟΥΛΟΥ ΣΤΟ ΔΙΑΣΤΙΧΟ

[Κριτική της Ελένης Λιντζαροπούλου στην Διάστιχο, στις 21 Φεβρουαρίου 2020, για το μυθιστόρημα "Το Τσιπάκι της Γνώσης"]

Μια ιστορία πέρα από τον έρωτα και την πολιτική μάς αφηγείται στο τελευταίο του βιβλίο, το μυθιστόρημα Το τσιπάκι της γνώσης, ο Βαγγέλης Κάλιοσης. Μια ιστορία θελκτική, ανθρώπινη και υπερβατική, φανταστική και πραγματική, ρεαλιστική και ουτοπική.


Μια ιστορία σύγχρονη, που όμως ο αφηγητής της την βλέπει από το μέλλον… 31/12/2100, τότε τελειώνει την διήγησή του ο εγγονός του πρωταγωνιστή της ιστορίας μας που, όπως διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο του βιβλίου «εκτυλίσσεται κατά το πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα σε μια πόλη με βαρύ παρελθόν, αλλά ελαφρύ και φαύλο παρόν. Τι θα συμβεί σ’ αυτή την πόλη, όταν ο Πολίτης Α ερωτευτεί κεραυνοβόλα και αμοιβαία την κόρη του Κυβερνήτη της; Πώς θα επηρεαστεί η μοίρα της από την απόφαση του Πολίτη Β, πρώην διάσημου σκανδαλοθήρα δημοσιογράφου, να επιστρέψει μετά από ένα διάστημα εθελούσιας απουσίας, υιοθετώντας ένα εντελώς νέο μοτίβο δημόσιας δράσης; Πού θα οδηγηθεί εν τέλει, όταν το “Τσιπάκι της γνώσης” γίνει κτήμα μιας μεγάλης μερίδας πολιτών; Είναι η καθολική γνώση ικανή να αλλάξει μια πόλη, ίσως και τον κόσμο ολόκληρο; Ή μήπως η άγνοια είναι πιο βολική; Είναι ο έρωτας μια μεταμορφωτική δύναμη ή είναι μια πλάνη και αυτός; Είναι η εξουσία αναγκαίο κακό ή μπορεί να υπάρξει κοινωνία και χωρίς εξουσία; Είναι η δημοκρατία μια ουτοπία ή είναι σε θέση οι πολίτες να την κυοφορήσουν στους κόλπους της νεωτερικής της δυστοπίας; Έχουν άραγε οι ήρωές μας τις απαντήσεις σε όλες αυτές τις ερωτήσεις; Ο συγγραφέας μάς προκαλεί λέγοντάς μας ότι ποτέ δεν θα το μάθουμε, “αγαπητοί πιθανοί αναγνώστες, εάν δεν μπείτε στον κόπο να διαβάσετε την ιστορία τους όπως σας την αφηγούμαι εγώ, ένας πολίτης αυτής της πόλης εν έτει 2100...”»
Αλήθεια, τι απαντάμε στο κυρίαρχο ερώτημα του συγγραφέα και της ιστορίας του; Ερώτημα που μάλλον είναι περισσότερο πολιτικό παρά λογοτεχνικό και η απάντησή του εξαρτάται από την θέση και την θέαση που έχουμε στα πράγματα: «Είναι η καθολική γνώση ικανή να αλλάξει μια πόλη, ίσως και τον κόσμο ολόκληρο;»
Ο αφηγητής της ιστορίας μας, ένας απόγονος των ηρώων της, μας ομολογεί πως όσα θα μας διηγηθεί ίσως μας τα έχουν πει κι άλλοι και βεβαίως τα έχει καταγράψει η επίσημη ιστορία από την δική της σκοπιά, «αυτή όμως σπανίως αποτελεί ελκυστικό ανάγνωσμα».
Κι εκεί που θα νομίζαμε ότι ξεφυλλίζουμε μια ερωτική ιστορία, αν δεν είχαμε τον τίτλο και το οπισθόφυλλο να μας προειδοποιούν, αιφνίδια αλλά όχι αναπάντεχα ο συγγραφέας μάς τοποθετεί σοβαρά απέναντι στο καλοδουλεμένο ανάγνωσμά του: «Στα μεγάλα γεγονότα της ιστορίας, όπως και στις μεγάλες προσωπικές στιγμές, ο μύθος εμφιλοχωρεί χωρίς να ρωτήσει κανέναν και χωρίς κανείς να τον αντιληφθεί».
Ο Βαγγέλης Κάλιοσης επέλεξε τον μυθιστορηματικό τρόπο για να ξεδιπλώσει όχι απλά μια αφήγηση ή μια άποψη, αλλά ένα όραμα. Φιλόλογος και εξαίρετος χρήστης της γλώσσας, έχοντας θητεύσει τόσο στην ποίηση, όσο και την φιλοσοφία, επιλέγει ο λόγος του να είναι καλλιεπής και φροντισμένος, χωρίς κανενός όμως είδους επιτήδευση. Η κατάδυση σε βαθύτερα νοήματα και σκέψεις γίνεται σταδιακά, σαν απόλυτα φυσικό στοιχείο και οργανικό μέρος της αφήγησης. Η υπόθεση απλώνεται σαν μεταξωτό πανί κάτω από τις γραμμές και αποκαλύπτεται σταδιακά μέσα από τις λέξεις.
Ο παππούς, με κωδικό όνομα Πολίτης Α, ερωτεύεται την κόρη του Κυβερνήτη, με μυθιστορηματικό όνομα Ξωτικό, και ο έρωτάς τους αλλάζει τον κόσμο… Διότι τον κόσμο, συμβολικά και πραγματικά, θα μπορούσαν να τον αλλάξουν άνθρωποι που είναι και δρουν ως πολίτες, πρόσωπα που αρνούνται την εξουσία και, βεβαίως, εκείνοι που φλέγονται από έρωτα, όπως ακριβώς οι ήρωές μας.
Ο αφηγητής, με την ελευθερία που του χαρίζει η υποτιθέμενη απόσταση του ενός αιώνα από τα γεγονότα, περιγράφει και καυτηριάζει με χιούμορ και κάποτε ειρωνεία το σήμερα, εκφράζοντας ακόμη και τις αντιφάσεις που εμφανίζει η σύγχρονη εποχή με τους νέους της να παραμένουν ως τα τριάντα και τα τριάντα πέντε προστατευμένοι στις οικογενειακές εστίες, παιδιά της μαμάς και του μπαμπά, και αργότερα άβουλοι σύζυγοι…
Ο απερίγραπτος αμοιβαίος έρωτας, η αναζήτηση, η αποκάλυψη, η αλήθεια, ένας δημοσιογράφος που άλλαξε ρότα, ένα ραδιόφωνο στην υπηρεσία των πολιτών, η ρεαλιστική πραγματικότητα... Από την μυθιστορηματική φαντασία ο συγγραφέας μεταβαίνει στο σκληρό πολιτικό παρόν, οι διάλογοι γίνονται τόσο ωμά πραγματικοί, που ο αναγνώστης αναρωτιέται πού είναι και τι ακριβώς συμβαίνει… Σκέψεις για τις δολοπλοκίες και μεθοδεύσεις που ίσως έχουμε κάνει, χωρίς καλά καλά να γνωρίζουμε αν αληθεύουν, ξεδιπλώνονται στο χαρτί. Μυστικές οργανώσεις που απεργάζονται το καλό, μυστήρια και μυητικές τελετές, διαδικτυακή ζωή αλλά και διαδικτυακός θάνατος, προβοκάτσιες και συνωμοσίες επιπέδου θρίλερ, η κόρη του κυβερνήτη που μιλάει σαν «κομμουνίστρια και αναρχική»… ό,τι υποθέτουμε ότι θα έλεγε η εξουσία στα παιδιά της που την απαρνιούνται.
Κι ύστερα το όραμα: «Προσβλέπω σε έναν κόσμο που δεν θα είναι μάταιος». Η ουτοπία γεννιέται μπροστά στα μάτια μας… μια σχεδόν ουτοπική ελπίδα: Το τσιπάκι της γνώσης. Η δύναμη της γνώσης στην φιλοσοφική της διάσταση. Γνώση για όλους; Είναι δυνατόν;
Οι πολίτες ζητούν την εξουσία… Εκλογές. Αποχή 80,01%. Οι ξένες στρατιωτικές δυνάμεις είναι έτοιμες να επέμβουν. Όμως ο στρατός δεν στρέφεται εναντίον του λαού.
Η ομιλία του Κυβερνήτη… ο αριστοτεχνικός πολιτικός του λόγος, οι απαντήσεις, οι αιτιάσεις που θα μπορούσαν να κερδίσουν ξανά έδαφος στις συνειδήσεις, όμως… η αλήθεια αποκαλύπτεται.
Ποια αλήθεια…. αυτή που θα συναντήσετε στο βιβλίο. Η αλήθεια της εσωτερικής του ιστορίας, αλλά και μια παγκόσμια αλήθεια για την παρανοϊκή φύση της εξουσίας, το όραμα της άμεσης δημοκρατίας, το εφιαλτικό μέλλον της λήθης, αλλά και ένα μέλλον όπου η τέχνη και η τεχνολογία θα συμπράττουν για να ορθώσουν μνημείο «του έρωτα και της δημοκρατίας». Στο Τσιπάκι της γνώσης όλα αυτά, το βιβλίο που ισχυρίζεται ότι κάπου, κάποτε οι άνθρωποι τα κατάφεραν…

 

20 Μαΐου 2020

ΚΟΥΒΕΝΤΑ ΜΕ ΤΟΝ ΣΥΓΓΡΑΦΕΑ ΤΑΣΟ ΘΕΟΦΙΛΟΥ

[Συζήτηση των συγγραφέων Τάσο Θεοφίλου και Βαγγέλη Κάλιοση  με αφορμή το μυθιστόρημα "Το Τσιπάκι της Γνώσης" δημοσιευμένη στις 12 Ιανουαρίου 2020 στο ηλεκτρονικό περιοδικό Red n' Noir ]


Τ.Θ.: Πότε και πώς ξεκίνησες να γράφεις το βιβλίο; Ποια ήταν η πρώτη ιδέα, πότε πήρε μορφή αυτή η ιδέα και πότε τέλειωσε; 

Β.Κ.: Την ιδέα αυτού του βιβλίου μού την πυροδότησε η διαπίστωση ότι όποτε και σε όποιο περιβάλλον άνοιγα συζήτηση περί δημοκρατίας και της προφανούς ανάγκης να τη διεκδικήσουμε με το επιχείρημα ότι πολύ απλά αυτό που έχουμε δεν είναι δημοκρατία, έπεφτα πάνω σε ένα τείχος δεδηλωμένης ή κεκαλυμμένης άρνησης. Αυτό λάμβανε χώρα κάπου το 2007 λίγο μετά την έκδοση του προηγούμενου μυθιστορήματός μου, του «Και τώρα τι θα γίνουμε χωρίς τρομοκράτες», και με οδήγησε τελικά στην επιλογή να γράψω ένα πολιτικό δοκίμιο με τον τίτλο «Η κρίση του κοινοβουλευτισμού και το αίτημα της άμεσης δημοκρατίας» - το οποίο τελικά εκδόθηκε το 2011 - πιστεύοντας ότι ο τεκμηριωμένος γραπτός λόγος είναι πιο επιδραστικός από τον προφορικό και πιο ξεκάθαρος πολιτικά από το λογοτεχνικό. Τζίφος! Δεν άλλαξε κάτι. Παρότι η συγκυρία της κρίσης έμοιαζε “ιδανική” για μια ριζοσπαστική μεταστροφή της κοινής συνείδησης, οι συνομιλητές μου συμφωνούσαν μαζί μου σχεδόν σε όλα, αλλά στο τέλος της συζήτησης με ρωτούσαν τι θα ψηφίσω. Καταλαβαίνεις πώς είναι; Μου κοβόταν τα πόδια. Όσο διαρκούσε αυτός ο βασανισμός τόσο εδραιωνόταν μέσα μου η μαξιμαλιστική πεποίθηση ότι ένα sci fi πολιτικό μυθιστόρημα, όπως για κάποια χρόνια πλέον το είχα στο μυαλό μου αλλά δεν τολμούσα να το γράψω, ίσως με τις τεθλασμένες του ρίψεις διατρυπούσε πιο αποτελεσματικά το τείχος. Η αρχική ιδέα συνοψιζόταν στο καφκικό ερώτημα «τι θα γινόταν αν αίφνης όλοι οι άνθρωποι έκαναν κτήμα τους όλη τη διαθέσιμη γνώση απαλλαγμένη από οποιαδήποτε ιδεολογικά βαρίδια;». Η παράλογη αυτή διερώτηση ήταν η απελπισμένη αντίδρασή μου στην εξίσου παράλογη τάση των ανθρώπων γύρω μου να παίρνουν για αλήθεια το ψέμα και να βλέπουν ψέμα στην αλήθεια. Και για να εξηγούμαι, επειδή αλήθεια και ψέμα είναι έννοιες σχετικές, αδυνατούσα να κατανοήσω πώς είναι δυνατόν να πιστεύουν ότι το ισχύον πολιτικό σύστημα είναι δημοκρατικό τη στιγμή που η καθημερινή εμπειρία αποδεικνύει πέραν πάσης αμφιβολίας ότι είναι δεσποτικό και φαύλο και πώς γίνεται να προσδίδουν ισχύ φυσικού νόμου στην αξίωση των τσαρικής δομής κομμάτων να τα ψηφίζουν, όταν αυτά εδώ και πολλές τετραετίες τούς πιστοποιούν αδιαλείπτως ότι είναι ανάξια της εμπιστοσύνης τους. Είδα τη γνώση ως αντίδοτο σ’ αυτό που ο μαρξισμός ονομάζει ψευδή συνείδηση και άρχισα να πείθομαι ότι το γνωσιολογικό έλλειμμα είναι μία από τις γενεσιουργές αιτίες του προβλήματος. Την πρώτη απόπειρα να γράψω το «Τσιπάκι της Γνώσης» την έκανα το 2012. Αφού έγραψα περίπου έξι κεφάλαια, εγκατέλειψα. Προφανώς δεν ήμουν έτοιμος. Στα χρόνια που μεσολάβησαν κρατούσα απλά σημειώσεις. Σταδιακά σχηματίστηκε ξεκάθαρα στο μυαλό μου και το έγραψα σε εννιά σχεδόν μήνες από το Σεπτέμβρη του 2017 μέχρι το Μάιο του 2018. Η συνάφεια με τη διάρκεια μιας εγκυμοσύνης εικάζω πως είναι τυχαία.
Τ.Θ.: Για ποιον λόγο ο Πολίτης Β, ένας πρώην δημοσιογράφος του σκανδαλοθηρικού τύπου είναι ο πρωταγωνιστής της ιστορίας; Τι συμβολίζει αυτή η μεταστροφή του από τυχοδιώκτη σε επαναστάτη; 

Β.Κ.: Πολλές φορές στην Ιστορία ο τυχοδιώκτης υπήρξε το alter ego του επαναστάτη, ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που φερόμενοι ως επαναστάτες αποδείχτηκαν τυχοδιώκτες. Τις τελευταίες δύο τρεις δεκαετίες οι σκανδαλοθήρες δημοσιογράφοι μαζί με ελάχιστους αξιόλογους δημοσιογράφους έρευνας ήταν οι μόνοι ίσως στο κόσμο των media και εν γένει στο πεδίο των ποικιλώνυμων εξουσιών που έστω και στρεβλά δικαιολογούσαν το ρόλο τους. Έχωναν τη μύτη τους εκεί που η βρώμα προκαλεί ασφυξία, αποκάλυπταν σκάνδαλα και έδιναν έτοιμο υλικό στις δικαστικές αρχές, οι οποίες αντί να το αξιοποιούν ως όφειλαν, για να αποδίδουν δικαιοσύνη, περνούσαν τους πάσης φύσεως φορείς της διαπλοκής από την κολυμπήθρα του ξεπλύματος προστατευόμενης ανομίας και τους επανέφεραν αθώες περιστέρες στην κοινωνία και από εκεί μετά λίγης υπομονής από μέρους τους - προκειμένου ο πανδαμάτωρ χρόνος συνεπικουρούμενος από ισχυρές δόσεις προπαγάνδας να επιβάλει τη λήθη στις συνειδήσεις - στους θώκους της εξουσίας ή στους παραδείσους της παχυλής αργομισθίας επί ζημία πάντα της κοινωνίας. Αυτό με έκανε να επιλέξω τον συγκεκριμένο ανθρωπότυπο ως τον πλέον κατάλληλο για να σηκώσει το βάρος μιας τέτοιας εσωτερικής μεταστροφής και την ευθύνη να γίνει κινητήριος μοχλός σε μια διαδικασία πολιτικής και κοινωνικής χειραφέτησης. Άλλωστε, αν οι δημοσιογράφοι έκαναν αυτό που τους αναλογεί, ίσως να μη χρειαζόταν να επινοήσω τον πολίτη Β. Μια άλλη λύση θα ήταν εκείνη του ιερέα, αλλά δεν αντέχω τους αναμάρτητους! (γέλια) 

Τ.Θ.: Η αλήθεια είναι ότι η γνώση ή για την ακρίβεια το δίκαιο μοίρασμά της ή με άλλα λόγια η ταξική ισότητα στην πρόσβαση και κοινοποίηση της γνώσης είναι καθοριστικής πολιτικής και κοινωνικής σημασίας. Αυτός είναι ο τρόπος αλλά και η προϋπόθεση που οι κοινωνίες περνάνε από τις αριστοκρατίες στις δημοκρατίες. Δεδομένου ότι το βασικό θέμα που πραγματεύεται το μυθιστόρημα είναι η γνώση εσύ με ποιον τρόπο τη θεωρείς καθοριστική;  

Β.Κ.: Αν ικανοποιούνταν η συνθήκη που ορίζεται στο μυθιστόρημα, σύμφωνα με την οποία όλα τα μέλη μιας δεδομένης κοινωνίας αποκτούν ισότιμα πρόσβαση στην ιδεολογικά ουδέτερη και καθολική γνώση – τονίζω το “καθολική”, γιατί θα είχε πολύ μεγάλη σημασία να μπορούν οι άνθρωποι να ατενίζουν όλη την εικόνα του κόσμου και όχι μια μικρή φέτα της, όπως συμβαίνει στις τρέχουσες συνθήκες – τότε φρονώ ότι θα είχαμε την πλήρη αφύπνιση της συνείδησης και ένα πολιτικό υποκείμενο έτοιμο να αναλάβει την ευθύνη που του αναλογεί σε μια αυτόνομη, αυτοδιευθυνόμενη και σε διαρκή αναδημιουργία κοινωνία με πρόσημο την ελευθερία. Θα δώσω ένα απλό παράδειγμα του πόσο πιο απλά θα γίνονταν τα πράγματα. Ας υποθέσουμε ότι ένα μέλος αυτής της κοινωνίας αρρωσταίνει. Διαθέτει τη γνώση, για να αυτοϊαθεί. Οπότε δεν έχει ανάγκη από κάποιον επαΐοντα γιατρό, που πριν τον γιατρέψει θα τον εκμεταλλευτεί, ούτε από φάρμακα προερχόμενα από κάποια διαπλεκόμενη πολυεθνική που κερδοσκοπεί, ούτε από κάποιον γνώριμό του πολιτευτή για να του βρει κρεβάτι εντατικής σε κάποιο δημόσιο νοσοκομείο με αντάλλαγμα την ψήφο του, την ίδια δηλαδή την πολιτική του υπόσταση, και πάει λέγοντας. Ως δια μαγείας εξαφανίζονται οι πάσης φύσεως μεσάζοντες και πάροχοι ωφέλιμων ή ανώφελων υπηρεσιών, κοινωνικό πεδίο από το οποίο φύεται η φάρα των εξουσιαστών. Αν τώρα τη γνώση τη δούμε από το πρίσμα των υφιστάμενων συνθηκών, θεωρώ ότι η απουσία της βρίσκεται στη ρίζα όλων των δεινών. Εντάξει, να δεχτώ ότι υπάρχει η προπαγάνδα που προκαλεί σύγχυση και φόβο, η αλλοτρίωση που φενακίζει τις συνειδήσεις, η ψυχολογία της μάζας, ο ευέλικτος και απανταχού επιδρών καπιταλισμός, το υποταγμένο στο διατακτικό του εκπαιδευτικό σύστημα και άλλοι δαίμονες στους οποίους συνήθως ρίχνουμε το ανάθεμα, αλλά το ερώτημα παραμένει «τι είναι αυτό που εξακολουθεί στο πρώτο τέταρτο του 21ου αιώνα να κάνει τους ανθρώπους ανήμπορους να αντιδράσουν και πάντα έτοιμους να συνταχτούν με τον πρώτο σωτήρα που θα εμφανιστεί μπροστά τους;». Η δική μου απάντηση στο ερώτημα είναι το τεράστιο γνωσιολογικό έλλειμμα, για το οποίο φυσικά και ευθύνονται πρωτίστως οι παραπάνω παράγοντες. Τα βλέπουν σχεδόν όλα λάθος. Είναι σαν να έχεις δώσει σε κάποιον ένα βιβλίο με την αλήθεια της ζωής και το διαβάζει ανάποδα. Είναι ποτέ δυνατόν να το κατανοήσει; Οπότε η λύση είναι να αναποδογυρίσουμε το βιβλίο. Εγχείρημα καθόλου εύκολο και εξαιρετικά χρονοβόρο. Με άλλα λόγια, απαιτείται η ανάπτυξη ενός νέου πνευματικού κινήματος με τη σύμπραξη όλων των χειραφετικών δυνάμεων και σκοπό την κάλυψη αυτού του γνωσιολογικού κενού. Για να ανακτήσουν οι έννοιες τη σημασία τους και να δουν οι πολίτες την πραγματικότητα. Τότε ο φόβος θα υποχωρήσει και οι γίγαντες του σήμερα θα φαντάζουν νάνοι. Καμία ποτέ εξουσία δεν πρόκειται να παραιτηθεί αυτοβούλως από την προνομιακή της θέση. Οι πολίτες θα την αναγκάσουν. Άλλος τρόπος δεν υπάρχει. 

Τ.Θ.: Αυτός που απελευθερώνει την γνώση με την μορφή ενός τσιπ, ή αυτός που βοηθάει στην κοινοποίηση της είναι ένας δημοσιογράφος. Αυτός ο σύγχρονος Όμηρος ή ο σύγχρονος Προμηθέας που απελευθερώνει την γνώση και από κτήμα των λίγων τη κάνει κτήμα των πολλών και διώκεται ή κινδυνεύει να διωχτεί γι’ αυτό. Είναι ο ρόλος του Τζούλιαν Ασάνζ παρόμοιος με του Όμηρου ή του Προμηθέα; Θεωρείς τόσο καθοριστικό τον ρόλο των δημοσιογράφων στην απελευθέρωση της ή ήταν τυχαίο το ότι ο πολίτης Β τον έβαλες να κάνει αυτό το επάγγελμα; Γιατί επιλέγεις να μην  τιμωρηθεί ο Πολιτής Β όπως γίνεται παραδοσιακά στον Όμηρο, στον Προμηθέα και στον Τζούλιαν Ασάνζ;  

Β.Κ.: Ναι, θα μπορούσαμε σίγουρα να παραλληλίσουμε τον Πολίτη Β με τον Τζούλιαν Ασάνζ, με μία βέβαια θεμελιώδη διαφορά. Ο Πολίτης Β είχε το προνόμιο να κινείται στο φασματικό χώρο ενός μυθιστορήματος και να σουλατσάρει ασφαλής στο κεφάλι μου. Εκτός από αυτό, ωστόσο, έδρασε και μινιμαλιστικά, στο περιβάλλον μιας πόλης, προετοίμασε καλά το ρόλο του και εκμεταλλεύτηκε κάθε δυνατότητα τεχνική και μη προκειμένου να προσδώσει στη δράση του εμπράγματη συλλογική διάσταση. Ο Τζούλιαν Ασάνζ, πέραν του ότι είναι ήρωας του πραγματικού κόσμου, έχει κάτι το εγγενώς δραματικό. Είναι πράγματι προμηθεϊκός τύπος. Απελευθέρωσε πληροφορία και γνώση, επιχείρησε να αναμετρηθεί με την εξουσία στρέφοντας εναντίον της τα ίδια τα μέσα με τα οποία εκείνη εκφράζει τη δύναμή της και πληρώνει σκληρό τίμημα. Έχει τον απόλυτο σεβασμό όλων των στοιχειωδώς σκεπτόμενων με όρους ελευθερίας ανθρώπων γι’ αυτή του την πράξη και είμαι βέβαιος ότι οι μελλοντικές κοινωνίες δικαίως θα τον εντάξουν στο πάνθεον των ηρώων τους. Η περίπτωσή του όμως μας διδάσκει κάτι πολύ απλό αλλά καθοριστικά σημαντικό. Κανείς, όσο ικανός και αν είναι, ό,τι μέσα και αν έχει στη διάθεσή του δεν μπορεί να κερδίσει έναν αγώνα ενάντια σε κατά πολύ υπέρτερους με όρους ισχύος αντιπάλους. Είναι εντυπωσιακό, λοιπόν, ότι ο αληθινός ήρωας Τζούλιαν Ασάνζ λειτούργησε πολύ πιο μυθιστορηματικά από τον ήρωα του μυθιστορήματος, τον Πολίτη Β. Και για αυτό η ιστορία του έχει δραματικό φινάλε. Η επιλογή μου να μην επιφυλάξω παρόμοια μοίρα στον Πολίτη Β συνιστά μια συνειδητή άρνηση αποδοχής του παραδοσιακού μοτίβου της ήττας. Εξάλλου, εκείνος δέσμευσε στο ρίσκο του και χιλιάδες άλλους ανθρώπους και η τιμωρία, αν τελικά ερχόταν, θα μοιραζόταν. Ωστόσο, θα πρέπει εδώ να επισημάνω ότι η νίκη των πολιτών της εν λόγω πόλης είναι μερική, καθώς περιορίζεται στα όριά της έξω από τα οποία το ίδιο μέσο, το Τσιπάκι της Γνώσης, καθίσταται από μέσο χειραφέτησης εργαλείο χειραγώγησης.

Τ.Θ.: Είσαι πράγματι τόσο αισιόδοξος για τον θετικό ρόλο που μπορεί να παίξει η τεχνολογία; Για το γεγονός ότι μπορεί να ανατραπεί ο σκοπός της εξυπηρετώντας το συμφέρον των πολλών; 

Β.Κ.: Η φύση της τεχνολογίας είναι, θεωρώ, εκ της κατασκευής της χειραφετική. Ας σκεφτούμε ότι κάθε συσκευή από αυτές που χρησιμοποιούμε καθημερινά επινοήθηκε για να εξυπηρετήσει μια ανάγκη του ανθρώπου, η αδυναμία εκπλήρωσης της οποίας τον δέσμευε. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι οι κατέχοντες πλούτο και εξουσίας δεν θα πάψουν ποτέ να επιδιώκουν την υπόταξή της στο διατακτικό τους, που δεν είναι άλλο από τη διαιώνιση και την επαύξηση του πλούτου και της εξουσίας τους. Πλην όμως οι δυνάμεις που απελευθερώνει πλέον η τεχνολογία και ειδικότερα εκείνη της επικοινωνίας περιέχουν το σπέρμα της ανατροπής των όρων κυριαρχίας των ολίγων προνομιούχων. Εκείνο που χρειάζεται είναι να συνειδητοποιήσουν οι πολλοί πόσο δυναμικά πολλαπλασιάζονται οι δυνατότητες δικτύωσης και άθροισης της κοινωνικής και πολιτικής τους δύναμης. Για να πειστούμε περί τούτου αρκεί να σκεφτούμε πώς επέδρασε στα συμφέροντα επιχειρηματικών κολοσσών στο χώρο της μουσικής και του θεάματος η εμφάνιση και ευρεία χρήση του διαδικτύου. Κατέρρευσαν σε χρονικό διάστημα πολύ μικρότερο από αυτό που χρειάστηκαν για να γιγαντωθούν. Σήμερα, η μουσική διακινείται ελεύθερα και αυτό δεν ευεργετεί μόνο τους ακροατές της αλλά και την ίδια τη μουσική παραγωγή, καθώς οι καλλιτέχνες δεν είναι πλέον έρμαια κάποιας εταιρίας αλλά διαμορφώνουν οι ίδιοι το πλαίσιο της επικοινωνίας και, αν θες, και της δοσοληψίας με το κοινό τους. Δεν είναι αυτό χειραφέτηση; Ας το κάνουμε υπερκείμενη εικόνα με τους πολίτες συνολικά στη θέση των καλλιτεχνών!

Τ.Θ.: Συνδυάζοντας τις δυο παραπάνω ερωτήσεις θα προχωρήσω σε μια σημείωση για την οποία θα ήθελα το σχόλιο σου. Για δεκαετίες κυριαρχούσε στον δημόσιο λόγο και τον τρόπο δημιουργίας της κοινής γνώμης η τηλεόραση στην οποία είχαν πρόσβαση πομπού μόνο οι ελίτ. Για μερικά χρόνια μέσω των σόσιαλ μίντια το τοπίο άλλαξε και οι μάζες αξιοποιώντας αντιφάσεις χρησιμοποίησαν πλατφόρμες φτιαγμένες πράγματι από τις ελίτ που ωστόσο έδιναν τη δυνατότητα στους πολίτες να γίνουν πομποί πέρα από δέκτες. Πέρασαν μόλις λίγα χρόνια αμηχανίας και δείχνει πως αυτό το τοπίο έχει πάλι ανατραπεί. Η εξουσία όχι μόνο κυριάρχησε σε αυτά τα μέσα σε λίγα χρόνια αλλά ακόμα χειρότερα το τουίτερ έχει γίνει από μια πλατφόρμα που άλλοτε αξιοποιήθηκε από κινήματα έναν αλτ ράιτ βόθρο που έφερε τον Τραμπ στην εξουσία. Νομίζω πως τηρουμένων των αναλογιών «το τσιπάκι της γνώσης» θα μπορούσε να παραλληλιστεί με την ανάδυση των σόσιαλ μίντια. Εννοώ πως γίνεται να παραμένεις τόσο αισιόδοξος όταν η πραγματικότητα φαίνεται να σε διαψεύδει; 

Β.Κ.: Ναι, ομολογώ ότι είμαι αισιόδοξος! Ο οπτιμισμός μου πηγάζει από την επίγνωση του γεγονότος ότι όλες οι μεγάλες αλλαγές στην ιστορία ωθήθηκαν από ιδέες που έφεραν τη σφραγίδα της ουτοπίας. Να διευκρινίσω όμως ότι η αισιοδοξία μου υπερβαίνει τον ορίζοντα της ζωής μου, ίσως και τον ορίζοντα της ζωής των παιδιών μας. Δεν γίνεται να περιμένουμε τέτοιας κλίμακας αλλαγές να συντελεστούν από τη μια στιγμή στην άλλη. Απαιτούν χρόνο και κυρίως πολλή δουλειά. Χρειάζεται επιμονή και μια διαρκή αναμέτρηση με τη ματαιότητα. Έχουμε την τάση οι άνθρωποι για ό,τι υπερβαίνει τη θνητότητά μας να εκδηλώνουμε αδιαφορία. Είναι χαρακτηριστική προς τούτο η στάση μας στο ζήτημα της κλιματικής αλλαγής. Μας καθησυχάζει ενδόμυχα η αίσθηση ότι δεν αφορά εμάς, αλλά κάποιες άγνωστες μελλοντικές γενιές. Ισχύει όντως ό,τι περιγράφεις. Έτσι κάπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα με τα social media. Διάγουν ακόμη τρόπον τινά την παιδική τους ηλικία και οι κηδεμόνες τους καταφέρνουν να τιθασεύουν κάπως την ελευθεριότητά τους. Έχουν όμως ήδη επιτελέσει το διεγερτικό τους ρόλο. Έμπασαν άτυπα την κοινωνία στη δημόσια σφαίρα, από την οποία ήταν ολότελα αποκομμένη. Είναι ζήτημα χρόνου να ξεπηδήσουν πλατφόρμες επικοινωνίας που το πλήθος, το εύρος και οι τεχνικές τους δυνατότητες θα είναι τέτοιας κλίμακας, που θα καθιστά αδύνατο τον έλεγχό τους. Με άλλα λόγια το ανάπτυγμα της κοινωνίας πλέον υπερβαίνει εκείνο των πολιτικών ελίτ και οι όποιες ελεγκτικού χαρακτήρα απόπειρές τους είναι ψυχορραγήματα ενός οργανισμού που, στον ιστορικό χρόνο πάντα, είναι στα τελευταία του.  

Τ.Θ.: Απουσιάζει εντελώς οποιαδήποτε ταξική αναφορά. Μιλάς για πολίτες συνολικά και όχι για προλεταριάτο ή έστω για επικίνδυνες ή αποκλεισμένες τάξεις. Ακόμα περισσότερο μιλάς για πολίτες σε μια εποχή που όλο και περισσότερο μεγάλο μέρος του πληθυσμού εκπίπτει από αυτή την ιδιότητα. Σε μια εποχή που το να είσαι πολίτης στην πραγματικότητα είναι προνόμιο. Οι πρόσφυγες και οι μετανάστες απουσιάζουν εκκωφαντικά από το μυθιστόρημα σου. Κινητήριος δύναμη είναι όσοι έχουν δικαίωμα ψήφου. Ακόμα και αν το αρνούνται αυτό το δικαίωμα και αυτή την εξουσία ως μερική ή ως απατηλή, ωστόσο αυτοί είναι το υποκείμενο. Στην πραγματικότητα το θέμα είναι ένας άλλος πιο πλήρης και περιεκτικός τρόπος πολιτικής συμμετοχής των ήδη προνομιούχων; Είναι η επανάσταση της μεσαίας τάξης με κάποιον τρόπο αυτό που οραματίζεσαι;

Β.Κ.: Σκόπιμα χρησιμοποίησα τον όρο Πολίτης ως υπερώνυμο της κοινωνίας, η οποία και βέβαια είναι σύνθετη. Αυτή ακριβώς η πολυπλοκότητά της είναι που καθιστά δύσκολη τη συλλογική δράση παρότι το κοινό συμφέρον είναι ορατό και η πολιτική στόχευση εύλογη. Μην ξεχνάμε άλλωστε ότι ένα μυθιστόρημα, όσο περιεκτικό και αν είναι, δεν παύει ποτέ να συνιστά μια αφαίρεση. Άρα, η έννοια του Πολίτη υπερβαίνει τα στεγανά της πραγματικότητας και περιλαμβάνει όλους όσοι βρίσκονται απέναντι από την όλο και πιο ολιγοπρόσωπη εξουσία, που αντιστοιχεί στη Διεθνή του κεφαλαίου και τους κατά τόπους πολιτικούς της εξυπηρετητές, οι οποίοι στο μυθιστόρημα αντιπροσωπεύονται από τους Ενθρονιστές. Ο χώρος δε των Ουρανιστών, ο Έβδομος Ουρανός, λειτουργεί σαν τον Κήπο του Επίκουρου. Δεν αποκλείει κανέναν. Ούτε τους πρόσφυγες ούτε τους αλλόθρησκους ούτε οποιαδήποτε άλλη κοινωνική ομάδα, είτε έχει είτε δεν έχει πολιτικά δικαιώματα. Εξάλλου, τα πολιτικά δικαιώματα στο ισχύον πολιτικό σύστημα είναι μια πλαστή έννοια, με δεδομένο ότι σύσσωμη η κοινωνία βρίσκεται εξορισμένη από το πολιτικό πεδίο, το οποίο έχουν ιδιοποιηθεί πλήρως δια του κράτους οι κάτοχοι της εξουσίας και το διαχειρίζονται με όρους νομής. Άρα, όλοι πολιτικά βρίσκονται στην ίδια μοίρα, είναι δυνάμει πολίτες και το εάν θα γίνουν ή όχι θα εξαρτηθεί από τους ίδιους και από το κατά πόσο θα καταφέρουν στο ορατό μέλλον να υπερβούν τις μεταξύ τους έριδες προ του κοινού στόχου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα πάψουν να έχουν διαφορές οικονομικές, κοινωνικές, ιδεολογικές και πάει λέγοντας. Η δημοκρατία ή θα είναι για όλους ή δεν θα είναι δημοκρατία κατά το «ο σοσιαλισμός ή θα είναι δημοκρατικός ή δεν θα είναι σοσιαλισμός» του Πουλαντζά. Έχει άλλωστε αρχίσει να γίνεται συνείδηση σε όλο και περισσότερους ανθρώπους όλων των τάξεων, διαισθητικά έστω,  ότι σε έναν ξέφρενο καπιταλισμό κανείς δεν έχει διασφαλισμένα ούτε το εισόδημά του ούτε την κοινωνική του θέση εκτός από τους κατέχοντες την πραγματική εξουσία, οι οποίοι πλανητικά είναι ελάχιστοι. Ο σημερινός βολεμένος μεσοαστός αύριο μπορεί να περιπέσει σε ακραία ένδεια, μετάβαση πολύ διαδεδομένη στην ελληνική κοινωνία της κρίσης. Η θέαση του πολιτικού πεδίου με όρους ταξικής πάλης είναι ατελέσφορη, γιατί ακόμη και αν υποθέσουμε ότι στη σύγκρουση κερδίσουν οι μη προνομιούχοι, με όποια υπαρκτή τάξη και αν τους ταυτίσουμε, τι μας εγγυάται ότι οι μέχρι εκείνη την οριακή στιγμή της επικράτησης νικητές δεν θα ασκήσουν την εξουσία τους επί των ηττημένων πρώην προνομιούχων με τον ίδιο βάναυσο τρόπο, διατηρώντας έτσι το ίδιο εξουσιαστικό σύστημα με διαφοροποιημένη μόνο την ταξική σύνθεση των νικητών και των ηττημένων, των εκμεταλλευτών και των εκμεταλλευομένων. Με άλλα λόγια, όσο το παιχνίδι παίζεται με όρους δύναμης το αποτέλεσμα θα είναι πάντα το ίδιο και το μόνο που ίσως θα αλλάζει είναι τα πρόσωπα, τα χρώματα, οι σημαίες και ούτω καθεξής. Ο Μαρξ, ειρήσθω εν παρόδω (χρόνια τώρα έψαχνα την ευκαιρία να τη χρησιμοποιήσω αυτή την έκφραση), εκτός από την ταξική πάλη, με τη διορατικότητα που διέθετε έχει εισαγάγει και μία άλλη έννοια στην οποία δεν έχει δοθεί η πρέπουσα σημασία. Πρόκειται για την έννοια της «γενικής διάνοιας», την οποία επανέφερε δυναμικά ο Toni Negri κατά τη δεκαετία του ’70 στην Ιταλία, αλλά οι άγουρες συνθήκες και η κομμουνιστική ορθοδοξία δεν της επέτρεψαν να σταδιοδρομήσει. Η έννοια αυτή μπορεί να γίνει αντιληπτή ως η κοινή συνισταμένη της εξελιγμένης γνώσης που θα λαμβάνουν προϊούσης της τεχνολογικής εξέλιξης τα μέλη της εργατικής τάξης, κάτι σαν το «τσιπάκι της γνώσης» δηλαδή στη ρεαλιστική του εκδοχή. Κατά τον Μαρξ, θα διευκόλυνε σημαντικά τους εργάτες στο να αντιλαμβάνονται την ταξική τους θέση και να αυτοργανώνονται χωρίς την μεσολάβηση των διαφόρων πρωτοποριών που συχνά εξελίσσονται σε εντός της τάξης εξουσίες. Αν διαστείλουμε αυτή την έννοια και την προβάλλουμε στο μέλλον, βρίσκω να αποδεικνύεται μακράν πιο χρήσιμη από την έννοια της ταξικής πάλης. Οι δυνάμει πολίτες όλων των τάξεων καλούνται να ενεργήσουν έξυπνα έναντι των κρατούντων, με δεδομένη και την υπεροπλία της κυρίαρχης τάξης σε ατόφια υλική δύναμη, προκειμένου κάποτε να γίνουν πραγματικοί πολίτες με κεκτημένο το αυτεξούσιο και προσβάσιμη την καθολική ελευθερία αντί για την ατροφική ατομική ελευθερία που υπό προϋποθέσεις και κατά τόπους διαθέτουν σήμερα. 

Τ.Θ.: Τα υποκείμενα που πυροδοτούν την αλλαγή είναι ένας πετυχημένος δημοσιογράφος και η κόρη του κυβερνήτη. Δυο προνομιούχοι που θεωρούν ότι η νόρμα στην οποία πρέπει να προσαρμοστούν προκειμένου να διατηρήσουν τα προνόμια τους είναι αρκετά ασφυκτική για τους ίδιους. Είναι ένα κίνημα προνομιούχων που ζητούν περισσότερα προνόμια ή μάλλον ένα κίνημα για διατήρηση των προνομίων τους με λιγότερους προσωπικούς περιορισμούς;  

Β.Κ.: Η δύναμη που ωθεί τα δύο αυτά πρόσωπα του μυθιστορήματος να υπερβούν τα όρια της τάξης τους είναι το βίωμα σε συνέργεια με την καθολική γνώση. Παρά την προνομιούχο κοινωνική τους θέση φέρουν αμφότερα οδυνηρές πληγές από την ασκούμενη πάνω τους εξουσία και ταυτόχρονα διαθέτουν μαζί με το ψυχοσυναισθηματικό και το γνωστικό φορτίο για να  αναγάγουν το δικό τους συμφέρον σε καθολικό, όχι για να κατοχυρώσουν προνόμια σαν κι αυτά που έτσι κι αλλιώς είχαν, αλλά με βαθιά συνείδηση της αλήθειας ότι δεν μπορείς να είσαι ευτυχής, όταν οι άλλοι δυστυχούνε, γιατί η δυστυχία τους αργά ή γρήγορα θα γίνει απειλή για τη δική σου ευτυχία. Άλλωστε, στις περισσότερες από τις υπαρκτές ιστορίες επανάστασης οι κινητήριοι μοχλοί ήταν πρόσωπα προερχόμενα από τον ταξικό εχθρό, με διασημότερους αυτών τον Λένιν και τον Τσε. Ας θυμηθούμε πόσο καθοριστικά υπήρξαν τα βιώματα της νιότης τους στην ανάπτυξη της ώριμης επαναστατικότητάς τους! Άρα, σημασία δεν έχει το από πού προέρχεται κάποιος, αλλά το πού έχει σκοπό να πάει. Και το πρόταγμα μιας δημοκρατίας σε πλήρη ανάπτυξη είναι ή δύναται να γίνει διαταξικό, εξαιρουμένης βέβαια της ηγετικής τάξης, έναντι της οποίας καλούνται οι πολίτες να διεκδικήσουν την επαλήθευση της υπόστασής τους, κάνοντας εν αρχή κάτι απλό και εύκολο: να αρνούνται συστηματικά και καθ’ έξη να νομιμοποιούν δια της ψήφου τους την ισχύουσα ψευδεπίγραφη δημοκρατία, την κατ’ ουσίαν ολιγαρχία.